Η ονομαστική αύξηση των μισθών μετατόπισε προς τα πάνω το σύνολο των μισθωτών κατά το 2023, όμως η πραγματική αύξηση των αποδοχών δεν φαίνεται πως είναι εύκολα επιτεύξιμη. Αν και η κυβέρνηση έχει θέσει ως κεντρικό στόχο την πραγματική ενίσχυση των εργαζομένων εντός του 2024, με απώτερο μάλιστα στόχο την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 950 και του μέσου μισθού στα 1.500 ευρώ έως το τέλος της τετραετίας, ήτοι το 2027, τα στοιχεία δείχνουν ότι πρόκειται για έναν πραγματικά δύσκολα επιτεύξιμο στόχο, ακόμη και σε ονομαστικές τιμές. Και αυτό γιατί αφενός ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος οι προβλέψεις για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό να είναι διαφορετικές από αυτές πάνω στις οποίες στηρίχθηκε η κυβερνητική εξαγγελία, αφετέρου καθώς μια πιο ποιοτική ανάλυση των δεδομένων δείχνει πως τα μεγαλύτερα ποσοστά του πληθυσμού αμείβονται με πολύ χαμηλότερο μισθό από τον μέσο.
Η ανταγωνιστικότητα
Παράλληλα, άλλωστε, θεσμικοί φορείς, όπως η Τράπεζα της Ελλάδος, επισημαίνουν τη σημασία της διατήρησης και της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της εγχώριας οικονομίας, οριοθετώντας τις μισθολογικές αυξήσεις σε αυτό το πλαίσιο. Οπως δήλωσε πρόσφατα ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας Γιάννης Στουρνάρας, η αύξηση του κατώτατου μισθού και των αμοιβών εργασίας γενικότερα θα πρέπει να υποστηρίζουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και τη σταθερότητα των τιμών, αλλά και να διασφαλίζουν τη συνολική απασχόληση. Συνεπώς, υπογράμμισε, «οι μισθολογικές αυξήσεις θα πρέπει να συνεκτιμούν τις εξελίξεις στην παραγωγικότητα μεσοπρόθεσμα, καθώς και τη συγκυρία υψηλής αβεβαιότητας, διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος να ενισχύσουν τις πληθωριστικές πιέσεις, επιδεινώνοντας την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και τελικά μειώνοντας τα πραγματικά εισοδήματα των εργαζομένων».
Αλλά και επιστήμονες και ερευνητές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, ξεκαθαρίζοντας πως μια πιθανή αστοχία στους στόχους για αύξηση του ΑΕΠ και μείωση του πληθωρισμού μπορεί να μετατοπίσει τον στόχο για πραγματικές αυξήσεις. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνει στην «Κ» ο ομότιμος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββας Ρομπόλης, η κυβέρνηση έθεσε τον στόχο για αυξήσεις όχι σε πραγματικές, αλλά σε ονομαστικές τιμές, λαμβάνοντας ως δεδομένο έναν μέσο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ κατά 3% και πληθωρισμό 2% ετησίως. Με δυσμενέστερες προβλέψεις για το επίπεδο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, εκτιμά ο κ. Ρομπόλης, ο στόχος αυτός θα είναι σχεδόν αδύνατο να επιτευχθεί ακόμη και σε ονομαστικές τιμές, δεδομένου ότι δημόσιοι φορείς άσκησης της οικονομικής πολιτικής, επιχειρηματικοί και ευρωπαϊκοί φορείς θα επικαλεστούν ότι μια τέτοια αύξηση θα υπερβαίνει την αύξηση της παραγωγικότητας. Για να συμπληρώσει ο δρ του Παντείου Πανεπιστημίου και αναλογιστής Βασίλης Μπέτσης πως για την επίτευξη του στόχου των μισθών στην παραπάνω δυσμενή περίπτωση, μια λύση θα ήταν ο πληθωρισμός να φθάσει στο επίπεδο του 3%-3,5%, περιορίζοντας περαιτέρω τα πραγματικά εισοδήματα.
Ο κατώτατος μισθός
Και αυτό παρότι, όπως επισημαίνει ο δικηγόρος – εργατολόγος Γιάννης Καρούζος στην «Κ», το 2023, και με ώθηση από την αύξηση του κατώτατου μισθού, αυξήθηκαν σημαντικά οι εργαζόμενοι στην κατηγορία των 900-1.000 ευρώ κατά 33,39% σε σχέση με το 2022 (+82.575 μισθωτοί) και στην κατηγορία των 1.000-1.200 ευρώ κατά 33,33% (+82.575 μισθωτοί), ενώ μειώθηκαν οι εργαζόμενοι που εισπράττουν μισθό έως 1.000 ευρώ από 60% σε 53,68%, καθώς και οι εργαζόμενοι που εισπράττουν μισθό έως 500 ευρώ από 14,95% σε 12,37%, δηλαδή κατά 2,58 ποσοστιαίες μονάδες (17,25%). Σύμφωνα και με τον κ. Καρούζο, είχαμε μια μεγάλη «μετακόμιση» εργαζομένων από τους μισθούς των 700-800 ευρώ και 800-900 ευρώ προς τις κατηγορίες 900-1.000 ευρώ και 1.000-1.200 ευρώ, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα ο μέσος μισθός να φθάσει τα 1.200 ευρώ, ωστόσο απέχει ακόμη τουλάχιστον 20% από τον στόχο των 1.500 ευρώ που έχει θέσει η κυβέρνηση για το τέλος της 4ετίας.
Πηγή: kathimerini.gr