Γέμισαν σήμερα οι δρόμοι με τους μαθητές που παρελαύνουν, πολλοί από τους οποίους φορούν παραδοσιακές ενδυμασίες από διάφορα μέρη της Ελλάδας, για να τιμήσουν εκείνους που έδωσαν τον αγώνα για την ελευθερία.
Όπως εξηγεί όμως, ο δημιουργός του «ΑριστοΤεχνήματος» στο Άργος, που βραβεύθηκε πριν από λίγες ημέρες από το Εμπορικό Επιμελητήριο Αργολίδας με το βραβείο Τέχνης και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, δεν υπάρχει κυρίαρχη φορεσιά, ο κόσμος σήμερα, επιλέγει ανάλογα με τον ήρωα της Επανάστασης του 1821 που ξεχωρίζει. «Ζητούν συχνά μια ‘Μπουμπουλίνα’ και εννοούν τη φορεσιά των Σπετσών ή λένε έναν ‘Παπαφλέσσα’ και τον έχουν στο μυαλό τους όπως έχει αποτυπωθεί σε ταινίες εποχής του Τζέιμς Πάρις, όμως ο Παπαφλέσσας όταν πολεμούσε, φορούσε φουστανέλα».
Ο κ. Τζονευράκης ασχολείται με την παραδοσιακή φορεσιά από το 2002, και το πιο ιστορικό κομμάτι που είχε την τύχη να μελετήσει είναι ο ντουλαμάς του στρατηγού Δημητρίου Τσώκρη από το Άργος. «Σώζονται τα ρούχα του και κάποια στιγμή κλήθηκα να βγάλω πατρόν για μια έκθεση που θα γινόταν στην Αθήνα στο μουσείο Μπενάκη. Είναι συγκλονιστικό να κρατάς στα χέρια σου ένα τεκμηριωμένο κομμάτι, να ξέρεις ότι το φορούσε ο συγκεκριμένος άνθρωπος, ότι ήταν το επίσημό του ρούχο. Είναι συγκλονιστικό» επαναλαμβάνει, «όταν έχεις επαφή με ένα κομμάτι που είναι τεκμηριωμένα υπαρκτό και ξέρεις ότι το πατρόν που βγάζεις είναι το ακριβές αντίγραφο του ρούχου. Δεν είναι κάτι που το βλέπεις σε μια φωτογραφία και ψυχανεμίζεσαι ότι μπορεί να είναι έτσι. Ήταν ακριβώς το ρούχο που φορούσε ο Τσώκρης».
Σε μια σύντομη ξενάγηση στις παραδοσιακές στολές ανά την Ελλάδα ο κ. Τζονευράκης περιγράφει: «Επί τουρκοκρατίας, επικρατούσαν σουλτάνικα φιρμάνια και ανάλογα με την περιοχή, στους ευνοούμενούς τους επέτρεπαν να φοράνε και πιο φανταχτερά ρούχα και αν είχαν την οικονομική άνεση να κάνουν και καλύτερες φορεσιές. Σε άλλες περιοχές ήταν πιο αυστηρά τα σουλτανικά φιρμάνια. Γενικά δεν μπορούσε ένας υπόδουλος να φορά πιο φανταχτερή φορεσιά από τον αφέντη του».
«Κάθε περιοχή έχει τη φορεσιά της. Απλά, από την Απελευθέρωση και μετά, στο πρώτο επίσημο αναγνωρισμένο ελληνικό κράτος καθιερώθηκαν κάποια στάνταρ ρούχα. Για τους άνδρες καθιερώθηκε η φουστανέλα, οπότε για την περιοχή από τη Στερεά Ελλάδα και κάτω, δεν γνωρίζουμε κατά τόπους τι φορούσαν οι άνδρες, ξέρουμε ότι σε όλες αυτές τις περιοχές φοράνε φουστανέλα. Αν πάμε στη Μακεδονία που απελευθερώθηκαν στους βαλκανικούς πολέμους, οι τοπικές ανδρικές φορεσιές σώζονται, άλλη στην Επισκοπή, άλλη στη Φλώρινα, άλλη στο Γιδά ή Ρουμλούκι. Ενώ σε Πελοπόννησο και Στερεά Ελλάδα έχει καθιερωθεί ως ανδρικό ρούχο η φουστανέλα, αυτό καθιερώθηκε ως επίσημο ρούχο. Η Βόρεια Ελλάδα προσφέρει περισσότερη πληροφόρηση ως επί το πλείστον για τις ανδρικές φορεσιές».
Όσον αφορά τις γυναικείες φορεσιές στη νότια Ελλάδα, η αστική φορεσιά τύπου Αμαλία δεν κατάφερε να «περιθωριοποιήσει» όλες τις διαφορετικές ενδυμασίες. «Αν και» όπως παρατηρεί ο κ. Τζονευράκης «δυσκολευόμαστε να πάμε παλαιότερα και να βρούμε ποιο ήταν το παλαιότερο ρούχο που φοράνε οι γυναίκες στα χωριά κάθε περιοχής. Ψυχανεμιζόμαστε μόνο. Για παράδειγμα, για την περιοχή της Κορινθίας, ποδιά δεν έχουμε βρει για τη φορεσιά της Περαχώρας […] Είναι εξαιρετική η φορεσιά της Περαχώρας και δύσκολη να την προσεγγίσεις. Η χωρική του Άργους είναι παρόμοια φορεσιά, έχει συγγένεια με της Περαχώρας. Κάποιες κυρίες, λοιπόν, στο Άργος, έβγαλαν από τα μπαούλα και ποδιά αλλά δεν μπορούσαν να την συνταιριάξουν. Ήταν αυθαίρετο το συμπέρασμα ότι με αυτή τη φορεσιά έμπαινε και αυτή η ποδιά. Δεν ξέρουμε επίσης αν ήταν της ίδιας εποχής».
Αναφορικά πάλι με το ποια είναι η πιο δύσκολη φορεσιά για να δημιουργηθεί, ο κ. Τζονευράκης απαντά πως πολλές είναι δύσκολες. «Και της Σκοπέλου είναι δύσκολη, και της Επισκοπής είναι δύσκολη, και η φουστανέλα είναι δύσκολη, αν πεις ότι κάνεις φουστανέλες αξιωματούχων, ντουλαμάδες και τέτοια πράγματα, έχει πολλά μυστικά. Δεν είναι απλά ένα ημικύκλιο ύφασμα, το οποίο όταν αφεθεί προς τα κάτω κάνει λούκια, έχει πολλά μυστικά για να επιτύχεις αυτό το αποτέλεσμα».
Σε μία προσπάθεια να μας μεταφέρει ο κ. Τζονευράκης στον μαγικό κόσμο της δημιουργίας των ελληνοραπτικών, των ανατολίτικου τύπου ραφής ενδυμάτων, περιγράφει ότι δεν βασίζονται σε πατρόν. Και δεν είναι ρούχα εφαρμογής. Για παράδειγμα η γυναικεία πουκαμίσα σχηματοποείται τοποθετώντας πάνω της άλλες στρώσεις ρούχων όπως ο τζάκος, το στενό γιλέκο το οποίο πάνω από το φαρδύ πουκάμισο αναδεικνύει το γυναικείο σώμα.
Η αρχή, οι δυσκολίες και η αναγνώριση
Η βράβευση για το «ΑριστοΤέχνημα» δεν ήρθε χωρίς δυσκολίες. Μπορεί να ξεκίνησε η επαφή του με την παραδοσιακή ενδυμασία από μια περίεργη συγκυρία, όπως λέει ο κ. Τζονευράκης αναφερόμενος στη συνάντηση με τον δάσκαλό του Κωνσταντίνο Γκίκα και να βοήθησε και πάλι η τύχη το 2013 -όταν τον εντόπισε το brand Zeus+Dione- για να μην εγκαταλείψει τον χώρο, όμως τα δικά του βήματα δείχνουν ότι μόνο τυχαία δεν είναι.
Όπως διηγείται ο κ. Τζονευράκης, μαθήτευσε «κοντά στον δάσκαλο -ελληνοράπτη- Κωνσταντίνο Γκίκα, ο οποίος δεν είναι πλέον στη ζωή και την κ. Παπαντωνίου», την οποία αποκαλεί καθοδηγήτριά του. Με βάση τη βιβλιογραφία της πορεύθηκε, η συμβουλή της σε κάθε απορία που της εξέφραζε ήταν «ανάτρεξε σε αυτό το βιβλίο και διάβασε, ό,τι δεν καταλάβεις μιλάμε». «Όταν πήγα στο Πελοποννησιακό Λαϊκό Ίδρυμα (ΠΛΙ) τότε, τώρα λέγεται Ίδρυμα Βασίλη Παπαντωνίου και πρωτογνώρισα την κ. Ιωάννα Παπαντωνίου, γυρνάει και μου λέει: ‘Δεν θέλω να είσαι τυχαίος. Θέλω να διαβάσεις’. Εγώ δεν είχα καμία σχέση με αυτά, είχα περάσει στο τμήμα Μηχανικών Ενεργειακής Τεχνολογίας των ΤΕΙ, δεν ολοκλήρωσα ποτέ. Ασχολιόμουν με υπολογιστές, έκανα προγραμματισμό ηλεκτρονικών υπολογιστών. Αλλά γενικά καταπιανόμουν, μου άρεσε να δημιουργώ πράγματα.
Διαβάστε περισσότερα εδώ
πηγη in.gr