Πέμπτη
12
Δεκέμβριος
TOP

Πικρός καφές… Ερχονται νέες ανατιμήσεις – Οι προβλέψεις των ειδικοί

Τα νέα για τους λάτρεις του καφέ δεν είναι ευχάριστα. Όσοι ήλπιζαν ότι μπορεί να μπήκε έστω μια άνω τελεία στις αλλεπάλληλες ανατιμήσεις των τελευταίων τριών ετών, θα απογοητευτούν: έρχονται χειρότερα, λένε οι γνωρίζοντες την αγορά.

Τόσο η ποικιλία Αrabica υψηλής ποιότητας που προτιμάται από αλυσίδες καφέ όπως η Starbucks όσο και η πιο οικονομική ποικιλία Robusta έχουν ανατιμηθεί, εξαιτίας των μεγάλων διακοπών εφοδιασμού από το Βιετνάμ στη Βραζιλία. Ούτε λίγο ούτε πολύ, οι έμποροι ανέβαζαν τις τιμές και καταργούσαν τις εκπτώσεις για να προστατεύσουν τα περιθώρια κέρδους τους και είναι πολλοί εκείνοι οι οποίοι προειδοποιούν για περισσότερες αυξήσεις στο μέλλον.

Η τιμή των κόκκων Arabica αυξήθηκε στα 2,32 δολάρια ανά λίβρα τον περασμένο μήνα — μια αύξηση 64% σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2020, όταν ήταν μόλις 1,41 δολάρια ανά λίβρα.

Οι κόκκοι Robusta, οι οποίοι χρησιμοποιούνται συνήθως για την παρασκευή στιγμιαίου καφέ, είχαν τιμή τον Ιούνιο στα 1,86 δολάρια ανά λίβρα – ένα εντυπωσιακό άλμα 187% από 0,65 δολ. ανά λίβρα τις πρώτες ημέρες της πανδημίας του κορονοϊού.

Τέταρτη χρονιά ανατιμήσεων

Όσον αφορά τις αυξήσεις των τιμών, «πάντα κάναμε τριπλάσιες υποθέσεις πριν “πατήσουμε τη σκανδάλη”», δήλωσε στο Bloomberg, ο Patrick Grzelewski, διευθυντής καφέ σε αλυσίδα με 8 σημεία πώλησης, προσθέτοντας ότι «δεν είναι κάτι που μπορεί να αποφύγει κανείς πλέον». Εξάλλου, οι καιρικές συνθήκες σε κύριες παραγωγούς χώρες, όπως η Βραζιλία, προεξοφλούν ότι το ράλι των αυξήσεων θα συνεχιστεί για 4η χρονιά.

Ενδεικτικό του νέου τοπίου στις τιμές του καφέ είναι το γεγονός ότι το χάσμα μεταξύ των προθεσμιακών τιμών για τις δύο κυρίαρχες ποικιλίες είναι σχεδόν το μικρότερο που υπήρξε ποτέ, αφήνοντας τις εταιρείες να αναζητούν χαρμάνια  χαμηλότερης ποιότητας αντί για τη συνήθη οικονομικά αποδοτική ποικιλία Robusta, προκειμένου να κρατήσουν χαμηλά το κόστος.

Δεν είναι μόνο οι καιρικές συνθήκες, όμως, που ανεβάζει τις τιμές. Η αναδυόμενη ζήτηση σε αγορές όπως η Κίνα οδηγεί σε μειωμένες προμήθειες παγκοσμίως.

Τελευταία, δε, έχει ανοίξει μια ευρεία συζήτηση ότι κατά γενική ομολογία οι έμποροι καφέ πλήρωναν πολύ φθηνά τους καλλιεργητές. Η νέα τάση που δημιουργείται προκειμένου να καταστεί η καλλιέργεια βιώσιμη, είναι να πληρώνεται καλύτερα η παραγωγή.

Οι καλύτερες τιμές δίνουν κίνητρο στους παραγωγούς να συνεχίσουν να φυτεύουν καφέ και να μην αναζητούν εναλλακτικές σε άλλες πιο προσοδοφόρες καλλιέργειες και τους επιτρέπουν να επανεπενδύσουν για να κάνουν τα δέντρα τους πιο ανθεκτικά στις ασθένειες και στους κλιματικούς κινδύνους. Εάν ολοφάνερο πλέον ότι εάν οι τιμές του καφέ δεν αυξηθούν για τους καλλιεργητές, δεν θα υπάρχει κανένας λόγος να διατηρήσουν σε βάθος χρόνου την παραγωγή τους.

Αυτό συνέβη στην αγορά του κακάο, η οποία εκτινάχθηκε σε τιμές που δεν είχαν παρατηρηθεί ποτέ στο παρελθόν, μέχρι τους προηγούμενους μήνες, καθώς η παραγωγή έπεσε κατακόρυφα μετά από δεκαετίες υποεπενδύσεων.

Ορισμένοι traders εμπορευμάτων με περιορισμένα μετρητά αναγκάστηκαν ακόμη και να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους για καφέ εν μέσω πίεσης από τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης κακάο.

Ο νέος κανονισμός της ΕΕ

Όλα τα παραπάνω συντελούνται σε ένα νέο τοπίο που διαμορφώνει ο νέος κανονισμός της ΕΕ, το οποίο προβλέπει ότι οι εισαγωγές καφέ στην Ευρώπη θα πρέπει να προσκομίζουν αποδεικτικά ότι δεν καλλιεργήθηκαν σε πρόσφατα αποψιλωμένα εδάφη. Ωστόσο, λίγες χώρες είναι επαρκώς προετοιμασμένες να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις του κανονισμού. Αυτό αυτομάτως σημαίνει ότι -εφόσον τα προβλεπόμενα εφαρμοστούν στο ακέραιο- οι προμήθειες στην ΕΕ θα είναι περιορισμένες και εκ του συγκεκριμένου λόγου.

«Οι αγοραστές ψάχνουν νωρίτερα από ό,τι συνήθως και σε περισσότερες ποσότητες για να προλάβουν την έναρξη εφαρμογής του νέου κανονισμού. Αυτό επιδεινώνει περαιτέρω τα πράγματα», σχολιάζει ο Tomas Araujo, εμπορικός συνεργάτης της StoneX.

Όπως γράφει το Bloomberg, για δεκαετίες, οι καταναλωτές σε όλο τον κόσμο απολάμβαναν για χρόνια φθηνό καφέ, εις βάρος των καλλιεργητών. Αυτό αρχίζει να αλλάζει για μια σειρά λόγων: των υψηλότερων τιμών στην καλλιέργεια, του αυξανόμενου κόστους εργασίας και των διαταραχών της αλυσίδας εφοδιασμού που ξέσπασαν στο απόγειο της πανδημίας.

Διαβάστε περισσότερα εδώ

πηγη in.gr