Η δημόσια συζήτηση και τα σενάρια για υποχρεωτική ασφάλιση κτιρίων έναντι φυσικών καταστροφών δεν πέφτει ως κεραυνός εν αιθρία. Κάθε άλλο. Λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία το Μάρτιο του 2020, η κυβέρνηση είχε βάλει στα σκαριά την επαναφορά των φοροεκπτώσεων για ασφαλιστικές δαπάνες, ως κίνητρο για την αύξηση της ασφαλιστικής κάλυψης των κατοικιών και των λοιπών κτιρίων.
Ο κορωνοϊός άλλαξε τις προτεραιότητες, ωστόσο πέρσι το θέμα ξαναπήρε τη μορφή διάταξης και μάλιστα με υποχρεωτικότητα για συγκεκριμένες περιοχές. Αν και η διάταξη τελικά αποσύρθηκε προκειμένου να βελτιωθεί το πεδίο και οι όροι εφαρμογής της, αυτό που δεν άλλαξε ήταν η ανάγκη να βρεθούν νέα “όπλα” απέναντι στους αυξανόμενους κινδύνους από φυσικές καταστροφές.
Με νωπές ακόμα τις μνήμες από τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2021 αλλά και τον “Ιανό”, με φόντο τα ακραία καιρικά φαινόμενα στην Ευρώπη και τον πενταπλασιασμό των αιτημάτων χρηματοδοτικής συνδρομής από το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ε.Ε., η Έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα που δημοσιεύθηκε στις αρχές του χρόνου επανέφερε και θεσμικά το ζήτημα της ασφάλισης. Στο ειδικό κεφάλαιο των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων για την προσαρμογή στις νέες κλιματικές συνθήκες, ο ΟΟΣΑ εισηγήθηκε μεταξύ άλλων το διαμοιρασμό του κινδύνου και του κόστους από τις φυσικές καταστροφές, με την θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής ασφάλισης όλων των κτιρίων.
Ήδη τρέχει η έκπτωση 10% στον ΕΝΦΙΑ
Η κυβέρνηση επεξεργάστηκε τις συστάσεις του Οργανισμού, στάθμισε τα υπέρ και τα κατά και τελικά αποφάσισε ότι σε πρώτη φάση θα πρέπει να δοθούν κίνητρα αντί υποχρεωτικότητας. Και κάπως έτσι φτάσαμε στη θεσμοθέτηση της έκπτωσης του 10% στον ΕΝΦΙΑ των κατοικιών που θα ασφαλιστούν έναντι φυσικών καταστροφών. Πλέον, μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του περασμένου Αυγούστου, τις πρωτοφανείς πλημμύρες στη Θεσσαλία και τις προειδοποιήσεις επιστημόνων ότι η κλιματική αλλαγή είναι εδώ απειλώντας να διαλύσει υποδομές, τον παραγωγικό ιστό, την κοινωνική ζωή και την προοπτική της οικονομίας συνολικά, η εισήγηση της υποχρεωτικής ασφάλισης κτιρίων δείχνει να κερδίζει έδαφος.
Μόλις το 16% των κατοικιών είναι ασφαλισμένες
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να πρωτοτυπήσει. Εδώ και χρόνια άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία, έχουν καταστήσει υποχρεωτική την ασφάλιση κτιρίων, ενώ ακόμα κι εκεί που δεν υπάρχει η υποχρεωτικότητα, η κουλτούρα- και φυσικά τα αντίστοιχα κίνητρα- της ασφάλισης είναι ισχυρή. Είναι, άλλωστε, ενδεικτικό ότι στην Ελλάδα το ποσοστό των ασφαλισμένων κατοικιών είναι γύρω στο 16-17%, όταν σε άλλες χώρες φτάνει στο 70%. Και για να φτάσουμε στο σήμερα, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου της Αθήνας και πρόεδρο της Megabrokers, Γ. Χατζηθεοδοσίου, οι κατοικίες στη Θεσσαλία, που είναι ασφαλισμένες έναντι φυσικών καταστροφών, αντιστοιχούν σε λιγότερο από το 10% του συνόλου.
Το ζητούμενο φυσικά δεν είναι να επωμιστούν οι πολίτες τα “κενά” του κρατικού σχεδιασμού για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών. Αυτός, άλλωστε, ήταν και ο βασικός λόγος που αποσύρθηκε πέρσι η διάταξη που προέβλεπε ότι από την 1η Ιανουαρίου 2025 τα νέα κτίρια που βρίσκονται σε ζώνες υψηλής τρωτότητας θα έπρεπε να ασφαλίζονται υποχρεωτικά και η ύπαρξη ασφαλιστηρίου συμβολαίου θα αποτελούσε προϋπόθεση για την ηλεκτροδότηση του κτιρίου. Με δεδομένο ότι ως ζώνες υψηλής τρωτότητας “φωτογραφίζονταν” περιοχές όπως αυτή της Θεσσαλίας με τον αυξημένο κίνδυνο πλημμυρών, όπως επίσης οικιστικές ζώνες κοντά σε δάση, η αντίδραση της αγοράς αλλά και των ιδιοκτητών ήταν ότι αυτός ο στενός κύκλος υπόχρεων θα οδηγούσε σε αυξημένο κόστος ασφαλίστρων, άρα σε άδικη επιβάρυνση άρα και σε ουσιαστική αποτυχία του μέτρου.
Διαβάστε περισσότερα εδώ
Πηγή: iefimerida.gr