Κυριακή
5
Ιανουάριος
TOP

Το 2025 έτος της αναταραχής!

Του Δημήτρη Γ. Απόκη*

Η νίκη του Ντόναλντ Τράμπ, στις προεδρικές εκλογές της Αμερικής και η επιστροφή του στο Λευκό Οίκο, μετά από τέσσερα χρόνια καταστροφικής εξωτερικής πολιτικής από την κυβέρνηση, Μπάϊντεν Χάρις, αποτελεί το εναρκτήριο λάκτισμα για μια σειρά σεισμικών αλλαγών στο γεωπολιτικό σκηνικό, βάζοντας οριστικά ταφόπλακα στο εγχειρίδιο λειτουργίας του διεθνούς συστήματος που γνωρίζαμε μετά το Β’ Παγκόσμιο  Πόλεμο. Το 2025, θα είναι ένα έτος γενικής αναταραχής σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, για αυτό που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε Δύση.

Το τέλος του καθεστώτος Άσαντ, τη Συρία, πιθανότατα πήρε μαζί του τον λεγόμενο Άξονα της Αντίστασης που δημιουργήθηκε από το Ιράν και τους πληρεξουσίους του, προκειμένου να εξαλείψει το Ισραήλ και να αντικαταστήσει την Αμερική, ως πρώτη δύναμη της περιοχής.

Αυτό που ζήσαμε τα τελευταία χρόνια, θα μείνει στην ιστορία ως ένα από τα πιο επικίνδυνα παραδείγματα του ανόητου ιδεαλισμού της εξωτερικής πολιτικής της Δύσης, της κυρίαρχης αφήγησης και της σοφίας που διαμόρφωσε και εκλογίκευσε την εξωτερική πολιτική του Ομπάμα και τη συνέχειά της κατά τη διάρκεια της θητείας του Μπάϊντεν, στελεχωμένη με το προσωπικό του Ομπάμα.

Τα κρίσιμα ερωτήματα που θα απασχολήσουν Αμερική και Ευρώπη, το 2025, είναι πρώτον, εάν η αποκήρυξη της εξωτερικής πολιτικής του Ομπάμα θα θέσει επίσης σε κίνδυνο τη διεθνή τάξη βασισμένη σε κανόνες; Και δεύτερον, εάν θα αποκατασταθεί ο ρεαλισμός της εξωτερικής πολιτικής στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ;

Η εξωτερική πολιτική του Ομπάμα ήταν προϊόν του κατεστημένου της εξωτερικής πολιτικής που αποτελείται από ομοσπονδιακές γραφειοκρατίες, συστημικά μέσα ενημέρωσης, πανεπιστήμια και δεξαμενές σκέψης.

Αυτό που επικράτησε τα τελευταία χρόνια, είναι η λογική ότι τα παγκόσμια συμφέροντα και οι κανόνες θα πρέπει να υπερισχύουν των εθνικών και η ήπια δύναμη  (διπλωματία) θα πρέπει να εκτιμάται έναντι της στρατιωτικής δύναμης. Ότι οι διεθνείς συμφωνίες, οι υπερεθνικοί θεσμοί και μια παγκοσμιοποιημένη και όχι εθνική προοπτική,  θα διατηρούσαν την παγκόσμια τάξη και θα προωθούσαν την ειρήνη και την ευημερία.

Ως εργαλεία επιβολής της ήπιας δύναμης, επιλέχθηκαν οι πολιτιστικές επιρροές, οι παγκόσμιοι θεσμοί, το διεθνές εμπόριο, οι ΜΚΟ και η οικονομική βοήθεια.

Αυτά τα ιδανικά εμφανίστηκαν στα γραπτά και τις ομιλίες του Ομπάμα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Συνεπής με το παγκοσμιοποιημένο πλαίσιο, ο Ομπάμα περπάτησε πάνω στην κληρονομιά του προέδρου, Τζίμι Κάρτερ, που πίστευε στη χρήση της δύναμης και του πλούτου της Αμερικής, για τη βελτίωση του διεθνούς συστήματος.

Επίσης, χαρακτηριστικό της διεθνούς τάξης που βασίζεται σε κανόνες, ήταν η καταστροφική, περιοδεία συγγνώμης του Ομπάμα, (με πρώτο ταξίδι ως πρόεδρος στο εξωτερικό στην Τουρκία), ειδικά τα σχόλιά του το 2009 στο Κάϊρο.

Στην πρώτη ομιλία του για την κατάσταση της Ένωσης, είχε απευθυνθεί συγκεκριμένα στα μουσουλμανικά έθνη με μια στοργική υπόσχεση για μια “νέα πορεία προς τα εμπρός, βασισμένη στα αμοιβαία συμφέροντα και τον αμοιβαίο σεβασμό”, ανίκανος να αντιληφθεί τη διδασκαλία του ορθόδοξου Ισλάμ για τους άπιστους.

Στο Κάϊρο, το ακροατήριό του περιελάμβανε εκπροσώπους της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, του νονού,  του σύγχρονου τζιχαντισμού, γεγονός που έκανε τις τοποθετήσεις του ακόμη πιο επικίνδυνες.

Δεδομένου του ενστερνισμού του ιδεαλισμού της εξωτερικής πολιτικής, του αφελούς τριτοκοσμισμού και της εχθρότητας των δήθεν προοδευτικών, εναντίον της Αμερικής και του Ισραήλ, ο Ομπάμα είδε το πρόβλημα της επιδίωξης του Ιράν για πυρηνικά όπλα ως ευκαιρία για ένα επίτευγμα εξωτερικής πολιτικής. Ως εκ τούτου, προέκυψε η λανθασμένη JCPOA συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που έβαλε τη βάναυση και αντισημιτική θεοκρατία του Ιράν στο δρόμο της κατοχής πυρηνικών  όπλων.

Και αυτός ο τρελός κατευνασμός συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια της θητείας του Μπάϊντεν, παρά τις επιθέσεις του Ιράν εναντίον αμερικανικών στρατευμάτων, τις κατά συρροή παραβιάσεις της συμφωνίας, την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό τρομοκρατών όπως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ, που οδήγησαν στην τρομοκρατική επίθεση της 7ης Οκτωβρίου εναντίον του Ισραήλ, με αποτέλεσμα να πάρει φωτιά η Μέση Ανατολή, αλλά και στην εισβολή του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία.

Η εκλογή του Ντόναλντ Τράμπ, δημιουργεί μια ευκαιρία να αποκατασταθεί η ζημιά που προκάλεσε ο Ομπάμα στη σταθερότητα του διεθνούς συστήματος και της Δύσης, ενδυναμώνοντας τρομοκράτες και αυταρχικούς ηγέτες όπως ο Βλαντιμίρ Πούτιν και ο Ταγίπ Ερντογάν, οδηγώντας το Ιράν στο κατώφλι της κατοχής πυρηνικών όπλων.

Αλλά η ευθύνη της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής για αυτές τις αποτυχίες είναι δικομματική. Ο Μπαράκ Ομπάμα ακολουθούσε τη σοφία της διεθνούς τάξης που βασίζεται σε κανόνες, η οποία άρχισε να αναπτύσσεται πριν από έναν αιώνα. Έγινε ανεξέταστη ορθοδοξία μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, όταν η νίκη δεν πιστώθηκε στη στρατηγική περιορισμού της Αμερικής. Αντίθετα, επιλέχθηκε η “νέα παγκόσμια τάξη”, η εξαγωγή φιλελεύθερης δημοκρατίας, διπλωματικής δέσμευσης και παγκόσμιου εμπορίου, ως το μέσο δημιουργίας μιας αρμονίας συμφερόντων, που θα καθιστούσε τον πόλεμο αναχρονισμό και την παγκόσμια ειρήνη εφικτή.

Ο πρόεδρος, Τζόρτζ Μπούς, στην ομιλία του για την κατάσταση της Ένωσης το 1991 αποκάλεσε αυτή τη στρατηγική, μια “νέα παγκόσμια τάξη όπου διαφορετικά έθνη συντάσσονται σε κοινό σκοπό για να επιτύχουν τις οικουμενικές φιλοδοξίες της ανθρωπότητας – ειρήνη και ασφάλεια, ελευθερία και κράτος δικαίου”. Σε έναν τέτοιο κόσμο, οι βίαιες συγκρούσεις και ο πολεμοχαρής εθνικισμός θα έδιναν με τον καιρό τη θέση τους στα οφέλη της παγκοσμιοποίησης, ήτοι πολυεθνικούς θεσμούς, διεθνές δίκαιο και δικαστήρια και διπλωματική εμπλοκή.

Αυτά τα ιδεαλιστικά ευχολόγια, κυριαρχούν στο κατεστημένο της εξωτερικής πολιτικής της Αμερικής και της Ευρώπης, παρά τις πολυάριθμες αποτυχίες.

Ο πρόεδρος Τράμπ και η νέα του ομάδα εξωτερικής πολιτικής πρέπει να επιστρέψουν αμέσως στον ρεαλισμό της εξωτερικής πολιτικής, ο οποίος αναγνωρίζει ότι οι εχθροί και οι αντίπαλοί της Αμερικής και της Δύσης, ανεξάρτητα από το πόσο επιδίδονται στην ιδεαλιστική ρητορική, δεν πιστεύουν στη “διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες” ή ότι η ελεύθερη, ευημερούσα Δύση είναι το παγκόσμιο παράδειγμα που θέλουν να μιμηθούν. Το αντίθετο. Θεωρούν τη Δύση, εμπόδιο στην τυραννική εξουσία που θέλουν να ασκήσουν.

Η απαξίωση των αποτυχιών του Ομπάμα είναι μόνο το προοίμιο για την αποκατάσταση του ρεαλισμού, της παραδοσιακής σοφίας και της κοινής λογικής. Η μάχη για την επιστροφή από την παράνοια θα είναι σκληρή και το 2025, θα είναι έτος γενικευμένης αναταραχής.

Ο Δημήτρης ΓΑπόκηςείναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική ΠολιτικήΓεωπολιτική και Διεθνή ΟικονομίαΑπόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της ΟυάσιγκτονΕίναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του ΛονδίνουΩς Δημοσιογράφοςυπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκοστο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.