Δευτέρα
23
Δεκέμβριος
TOP

Το “χρυσό” παράθυρο ευκαιρίας ύψους έως €21 δισ. της ΕΚΤ για την Ελλάδα

Ένα πολύ σημαντικό παράθυρο ευκαιρίας έχει το Ελληνικό Δημόσιο μέσα στους επόμενους 11 μήνες, ώστε να εκμεταλλευτεί πλήρως το… μπόνους που προσέφερε η κρίση που προκάλεσε η πανδημία, παρά τη σφοδρότητά της. Η πρόσφατη παρουσίαση του υπουργού Οικονομικών κ. Χρήστου Σταϊκούρα, για τους βασικούς στόχους του ΥΠΟΙΚ σχετικά με την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, έκρυβε δύο πολύ σημαντικά μηνύματα σε ό,τι αφορά την εκδοτική δραστηριότητα της χώρας αλλά και τον… χειρισμό του “όπλου” που ονομάζεται “στήριξη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας”.

Μήνυμα πρώτο: Η εμπροσθοβαρής άντληση πόρων από τις αγορές χρήματος και κεφαλαίου. Αυτή η 9η δράση του σχεδίου του ΥΠΟΙΚ σημαίνει πως ο ΟΔΔΗΧ, όπως έχει ήδη κάνει εδώ και 13 μήνες που το έκτακτο πρόγραμμα PEPP της ΕΚΤ βρίσκεται σε ισχύ, θα εκμεταλλευτεί πλήρως τον καθαρό δρόμο που έχει δημιουργηθεί από αυτήν τη στήριξη. Από τον Μάρτιο του 2020 έως και τα τέλη Μαρτίου του 2021, η ΕΚΤ έχει αγοράσει ελληνικά ομόλογα ύψους 22 δισ. ευρώ. Ο ΟΔΔΗΧ το ίδιο αυτό διάστημα έχει προχωρήσει σε έξι εξόδους στις αγορές ύψους συνολικά 15,5 δισ. ευρώ. Αυτές είναι το 7ετές ομόλογο τον Απρίλιο του 2020, το 10ετές τον Ιούνιο, το άνοιγμα του 10ετούς τον Σεπτέμβριο, το νέο 15ετές τον Οκτώβριο, το νέο 10ετές τον περασμένο Ιανουάριο και το 30ετές – την έκδοση-ορόσημο- τον περασμένο Μάρτιο.

Αυτό σημαίνει ότι η ΕΚΤ έχει υπερκαλύψει την προσφορά της Ελλάδας, κατά 6,5 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με το capital key της χώρας, η ΕΚΤ μπορεί να αγοράσει υπό το PEPP και έως τη λήξη του η οποία έχει οριστεί προς το παρόν στα τέλη του Μαρτίου του 2022, άλλα 15 δισ. ευρώ ελληνικά ομόλογα, από τα 37 δισ. ευρώ που είναι το “πακέτο” που δικαιούται η Ελλάδα από τα 1,85 τρισ. ευρώ του PEPP.

Βέβαια, αυτό ισχύει εάν χρησιμοποιηθεί ολόκληρος ο φάκελος του PEPP, κάτι που η ΕΚΤ έχει αφήσει ανοιχτό καθώς θα καθοριστεί από την πορεία της οικονομίας. Παράλληλα, δεν αποκλείεται και η αύξηση του μεγέθους του PEPP σε ένα δυσμενές οικονομικό σενάριο

Τι σημαίνει αυτό; Εάν στα 15 δισ. ευρώ που έχει ακόμα να αγοράσει η ΕΚΤ, προστεθούν και τα 6,5 δισ. ευρώ της “υπερκάλυψης”, υπάρχει ένα περιθώριο για εκδόσεις ελληνικών ομολόγων που μπορούν να ξεπεράσουν τα 21 δισ. ευρώ μέσα στο επόμενο 11μηνο (για να “ισοφαρίσουν” τα 37 δισ.).

Η στρατηγική του ΟΔΔΗΧ έχει αποδειχθεί ψύχραιμη, καθόλου… άπληστη, απόλυτα προσεκτική και καλά… ζυγισμένη. Έτσι αναμένεται να κινηθεί με ρυθμούς “βλέποντας και κάνοντας”, ενώ σίγουρα θα έχει στο… μυαλό του τη χρυσή ευκαιρία που θα υπάρχει έως τον Μάρτιο του 2022. Έτσι, μπορεί να αυξήσει τον στόχο για την εκδοτική δραστηριότητα φέτος, ο οποίος έχει τοποθετηθεί στα 12 δισ. ευρώ, ανάλογα και με τις συνθήκες, γεμίζοντας τα ταμειακά διαθέσιμα για άλλες κινήσεις διαχείρισης του ελληνικού χρέους. Επίσης, αν και μακριά ακόμα, στο α’ τρίμηνο του 2022 όταν και αναμένονται να έχουν “μαζευτεί” και άλλες αναβαθμίσεις της Ελλάδας από τους οίκους, μπορεί να κινηθεί επίσης εμπροσθοβαρώς, πραγματοποιώντας σημαντικό μέρος των ετήσιων εκδόσεων στις αρχές του έτους.

Σε ό,τι αφορά το τρέχον διάστημα, το σίγουρο είναι πως η ΕΚΤ αγοράζει σημαντικές ποσότητες κρατικών ομολόγων, κάτι που άλλωστε δεσμεύτηκε να το κάνει για αυτό το τρίμηνο. Μετά τον Ιούνιο τα πράγματα θα αλλάξουν και είναι βέβαιο πως θα μειώσει τους μηνιαίους ρυθμούς αγορών, άλλωστε το έχουν υπονοήσει ξεκάθαρα και αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας (βλ. Klaus Knot). Έτσι ο ΟΔΔΗΧ θα προσπαθήσει να κεφαλαιοποιήσει και αυτό το “παράθυρο” στο έπακρο. Αυτό σημαίνει πως το διάστημα Μαΐου-Ιουνίου θα βγει τουλάχιστον μία φορά στις αγορές, και αν είναι δυνατόν και δεύτερη, με νέο 5ετές ή 7ετές ομόλογο, ή με το re-opening του 10ετούς ή του προσφάτου 15ετούς.

Ένα δεύτερο μήνυμα που δόθηκε είναι “η διασφάλιση του υφιστάμενου καθεστώτος των ελληνικών κρατικών χρεογράφων”. Δηλαδή, όπως αναφέρθηκε, η “λήψη των απαραίτητων πρωτοβουλιών για τη διατήρηση της συμπερίληψής τους στην ομάδα των επιλέξιμων περιουσιακών στοιχείων – κρατικών χρεογράφων (assets) – από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα”.

Αυτό σημαίνει ξεκάθαρα ότι το οικονομικό επιτελείο θα κάνει ό,τι μπορεί για να μη χάσει τη στήριξη της ΕΚΤ. Με δεδομένο ότι η στήριξη αυτή, το PEPP, τελειώνει το α’ τρίμηνο 2022, και καθώς είναι αδύνατο έως τότε να έχει ανακτήσει η Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα ώστε να συμμετέχει στο άλλο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, το PSPP, πώς τελικά θα μπορέσει να διατηρηθεί η συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο γκρουπ των επίλεκτων της ΕΚΤ;

Ο μόνος και προφανής τρόπος σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, είναι η ένταξη στην προληπτική πιστωτική γραμμή πανδημίας του ESΜ η οποία και θα είναι διαθέσιμη έως και το τέλος του 2022, και καθώς θεωρείται “πρόγραμμα” ελευθερώνει το χέρι της ΕΚΤ ώστε να δώσει το πολυπόθητο waiver στην Ελλάδα για να συμμετέχει και αυτή στην ποσοτική χαλάρωση.

Αυτή ωστόσο είναι και μία πολιτική απόφαση, λόγω του στιγματισμού που αφήνουν οι λέξεις “πρόγραμμα” και “ESM”, και συνεπώς αναμένουμε το τι θα πράξει τελικά η κυβέρνηση κάτι που σίγουρα θα εξαρτηθεί και από το “πότε” των επόμενων εκλογών…

Σε κάθε περίπτωση η στήριξη της ΕΚΤ σε όρους όγκου αγορών ομολόγων στην περίπτωση του κλασσικού QE θα είναι πολύ μικρότερη σε σχέση με το PEPP, άρα η εμπροσθοβαρής στρατηγική εκδόσεων παραμένει η πιο “σοφή”. Το σίγουρο πάντως είναι ότι δίνει ένα αναγκαίο σήμα ασφάλειας στου επενδυτές μέχρι η Ελλάδα να αξιολογηθεί από τους οίκους ως “επενδύσαμε” (investment grade).

Επίσης, το πολύ σημαντικό είναι πως, με δεδομένο ότι μετά τη λήξη του PEPP η ΕΚΤ θα προχωρήσει έως το τέλος του 2023 σε επανεπενδύσεις των ομολόγων που αγόρασε και τα οποία ωριμάζουν, η στήριξη της ΕΚΤ στην Ελλάδα θα έχει πολύ μεγαλύτερη διάρκεια από το ίδιο το PEPP, και θα “συμπέσει” και με την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η οποία σύμφωνα με τους στόχους του ΥΠΟΙΚ τοποθετείται στο α’ εξάμηνο του 2023.

ΠΗΓΗ