«Ξέρετε τι σημαίνει για έναν λαχαναγορίτη να γεννήσει 20 παιδιά μέχρι να κάνει ένα αγόρι για να συνεχίσει τη δουλειά και το αγόρι να του πει «δεν μπορώ»; Και το χειρότερο; Οταν με ρώτησε «τι δουλειά θες να κάνεις;», του απάντησα «θεατρίνος». Εγώ ήμουν αποφασισμένος – είχα σηκώσει και τον λαιμό μου για να με σφάξει. Αλλά ήταν τόσο λεβέντης ο πατέρας μου που μου είπε: «Πήγαινε μέσα στην αποθήκη, άλλαξε και έλα να σου πω». Με πήγε και με έγραψε στο Εθνικό Ωδείο του Μανώλη Καλομοίρη, εκεί όπου φοίτησε η Μαρία Κάλλας».
Η αφήγηση του Τόλη Βοσκόπουλου στη συνέντευξη Τύπου τον Σεπτέμβριο του 2018 με αφορμή τη συναυλία του στο Ηρώδειο ήταν μια δημόσια εξομολόγηση, μια υπενθύμιση για τη δύναμη που του έδωσε τον θρόνο του «πρίγκιπα» του ελληνικού τραγουδιού, του «τζέντλεμαν», του «αειθαλούς» καλλιτέχνη αλλά και τόσων άλλων χαρακτηρισμών. Ο Τόλης Βοσκόπουλος έφυγε από τη ζωή λίγες ημέρες πριν κλείσει τα 81 του χρόνια. Γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου του 1940 και πρόλαβε να ζήσει όσα ονειρεύτηκε, ν’ αγαπήσει και ν’ αγαπηθεί με πάθος, να σφραγίσει με τις ξεχωριστές ερμηνείες του τραγούδια που έχουν πάρει τη θέση τους στη συλλογική μνήμη. Η «Αγωνία» (του Γιώργου Ζαμπέτα και του Χαράλαμπου Βασιλειάδη από την ταινία «Αγωνία» του 1968) ξεπέρασε τις 300.000 πωλήσεις όταν κυκλοφόρησε, τον τοποθέτησε στα σαλόνια της δισκογραφίας και στην καρδιά των εραστών του λαϊκού τραγουδιού.
Ο Τόλης Βοσκόπουλος γνώριζε ότι δεν ανήκει στην κατηγορία των ανδρικών φωνών που κυριαρχούσαν – Στέλιος Καζαντζίδης, Στράτος Διονυσίου κ.ά. -, αλλά βρήκε τον δικό του δρόμο και κατέκτησε μια θέση δίπλα στα μεγάλα ονόματα. Είχε πει χαρακτηριστικά σε μια συνέντευξή του: «Ο κόσμος τότε είχε μάθει σε βαριές ανδρικές φωνές κι εγώ βγήκα με μια λεπτή φωνή, μια… φωνίτσα τόση δα, στην οποία δεν ήταν συνηθισμένος. Νόμιζαν ότι τραγουδούσε γυναίκα και ρωτούσαν «ποια είναι… αυτή;» γιατί δεν καταλάβαιναν ότι ήμουν άντρας. Ε, αυτό το «ποια είναι… αυτή;» με είχε σκοτώσει»…
Η μικρασιατική καταγωγή
Σε εκείνη τη συνέντευξη Τύπου – από τις τελευταίες που τον ακούσαμε ζωντανά να μιλάει δημόσια – αφηγήθηκε την πορεία του με συγκίνηση:
«Εκτός από τη μικρασιατική καταγωγή των γονιών μου, έχω και μια άλλη καταγωγή: τη λαϊκή καταγωγή της γειτονιάς που με μεγάλωσε με αρχές. Εγώ, για να καταλάβετε, είδα το κέντρο της Αθήνας στα 13 μου χρόνια. Μέχρι τότε ήμουν στη λαχαναγορά στα Λεμονάδικα. Εκεί όπου ήταν ο πατέρας μου και κατάφερε ένας σμυρνιός πρόσφυγας να γίνει αφεντικό. Εβαλε το όνομά του έξω από το μαγαζί. Καμάρωνε τόσο πολύ, που ακόμη και όταν έκλεινε η λαχαναγορά καθόταν και κοίταζε το όνομά του στην ταμπέλα. Δεν ήθελε να σβήσει ποτέ. Το θεωρούσε επίτευγμα. Ηθελε να το παραλάβει ο γιος του. Ομως όλα τα παιδιά του – και τα δεκαεννιά – ήταν κορίτσια. Εγώ ήμουν ταμένος στον Αγιο Απόστολο στο Λαυρέντιο στον Βόλο – και στη γειτονιά με φώναζαν Τόλιο. Οταν βγήκα στο θέατρο, μου φαινόταν πολύ ιταλικό, λέω μη με περνάνε για κανένα ψώνιο, το άλλαξα μόνος μου και το έκανα Τόλης».
Την ημέρα που γεννήθηκε, ο πατέρας του έφτιαξε κάρτες. «Χαράλαμπος Ιωάννου Βοσκόπουλος και Υιός». Το έβαλε και στην ταμπέλα του μαγαζιού. Αρχισε από νωρίς να τον παίρνει κοντά του για να μάθει τη δουλειά. Αλλά δεν την μπορούσε. Την ίδια στιγμή όμως ήθελε να μάθει γράμματα και γλώσσες.
«Φοίτησα στη Σχολή του Saint Paul στον Πειραιά. Στα 15 χρόνια συνειδητοποίησα ότι δεν αντέχω άλλο την κατάσταση της λαχαναγοράς. Στην Κοκκινιά όπου μέναμε ήρθε ένα μπουλούκι. Μόλις είδα την παράσταση τρελάθηκα και είπα, αυτή τη δουλειά θέλω να κάνω και πρέπει να το πω στον πατέρα μου. Οταν πήγαμε στο σπίτι, ο πατέρας μου μού είπε: «Σε έγραψα στη δραματική σχολή για να μη μου πεις ότι εγώ θα γινόμουν μια μέρα κάτι κι εσύ με εμπόδισες». Σας ορκίζομαι ότι ακόμη και σήμερα κάθε φορά που βγαίνω στη σκηνή σκέφτομαι «κοίτα τώρα»».
Οι «Αναμνήσεις» και η Δούκισσα
Εκανε τα πρώτα του βήματα στα τέλη της δεκαετίας του 1950 στο θέατρο με μικρούς ρόλους και σε περιοδεύοντες θιάσους. Η τάση της εποχής ήταν το μουσικό θέατρο, κάτι που ήταν κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του, αφού στα σχέδιά του ήταν πάντα η πορεία στο τραγούδι. Την εποχή που ήταν παντρεμένος με την πρώτη σύζυγό του, τη Στέλλα Στρατηγού (θα ακολουθούσαν η Μαρινέλλα, η Τζούλια Παπαδημητρίου και η Αντζελα Γκερέκου), κάνει τα πρώτα του βήματα στη δισκογραφία χωρίς μεγάλη επιτυχία.
Ηταν δεξιοτέχνης και στο μπουζούκι και έτσι εντάχθηκε στο σχήμα της Νεράιδας, όπου γνώρισε τη Δούκισσα. Της έπαιξε ένα τραγούδι που είχε γράψει. Μόλις η Δούκισσα άκουσε τις «Αναμνήσεις», τον πήγε στην εταιρεία Philips και υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας ως συνθέτης. Η πρώτη μεγάλη ώθηση ήταν αυτή, αλλά η καθιέρωση ήρθε με τον σπουδαίο Γιώργο Ζαμπέτα και την «Αγωνία». Επειτα ήρθαν τα «Δυο καρδιές», «Το φεγγάρι πάνωθέ μου», «Μα εγώ αγαπώ μία», «Και εσύ θα φύγεις», «Γλυκά πονούσε το μαχαίρι», «Οι άντρες δε μιλούν πολύ», «Αϊντε στην υγειά της», «Αδέλφια μου, αλήτες, πουλιά», «Ανεπανάληπτος», «Πριν χαθεί το όνειρό μας», «Της Χελιδονούς το ρέμα», «Τσιγγάνα για χατίρι σου», «Ψύλλοι στα αφτιά μου», «Μου χρωστάει μια αγάπη η ζωή» και πολλά άλλα. Τραγούδια γεμάτα τρυφερότητα και πάθος, έτσι όπως έζησε τη ζωή του.
«Γνώριζε πώς να κερδίσει τον κόσμο»
Γιώργος Κατσαρός
Εφυγε ένας από τους καλύτερους και μεγαλύτερους τραγουδιστές. Ενας τραγουδιστής που έβαλε με τις ερμηνείες και τις συνθέσεις του τη δική του σφραγίδα. Ηταν ένας καλλιτέχνης ο οποίος γνώριζε πώς θα κερδίσει τον κόσμο όταν ανέβαινε στην πίστα. Ανήκει στην κατηγορία εκείνων των σπουδαίων που δεν πρόκειται ποτέ να ξεχαστεί. Είχαμε συνεργαστεί πάρα πολλές φορές στο θέατρο, στα μαγαζιά. Ομως πρώτη φορά γνώρισα τον Τόλη από κοντά πολύ νωρίτερα όταν ήμασταν φαντάροι. Υπηρετήσαμε εκείνος, εγώ και ο Ανδρέας Μπάρκουλης μαζί. Δεν είχε κάνει ακόμη τα μεγάλα του βήματα στο τραγούδι. Η ζωή όμως μας έφερε ξανά κοντά μέσα από τη μουσική. Καλό του ταξίδι και θερμά συλλυπητήρια στην οικογένειά του.
«Μεταμορφωνόταν σε σταρ»
Γλυκερία
Υπήρξε είδωλο μιας άλλης εποχής, η ακτινοβολία του οποίου έφτασε ως τις μέρες μας. Μπορεί στην αρχή να κάλυψε την περιοχή που λέμε «ελαφρολαϊκό», με στοιχεία μιούζικαλ και εξωστρέφεια, αλλά εξέφρασε την ανάγκη μιας εποχής για διασκέδαση με κόσμιο τρόπο, σε όμορφο περιβάλλον. Μας έπεισε ότι οι ετικέτες δεν έχουν νόημα όταν κάποιος υπηρετεί το είδος του και σέβεται τον κόσμο που τον στηρίζει. Ηταν ένας ήσυχος κατά τ’ άλλα άνθρωπος που μεταμορφωνόταν σε σταρ όταν πατούσε στο πάλκο. Εκεί έλαμπε, εκεί λειτουργούσε ο μύθος. Ευγενέστατος, με πολύ σεβασμό για τις γυναίκες, γενναιόδωρος στα συναισθήματά του. Εκανε δική του σχολή και πολλοί τον μιμήθηκαν μάταια.
«Δημιούργησε δική του σχολή»
Γιώργος Μαργαρίτης
Ο Τόλης Βοσκόπουλος ήταν ένας λαμπερός καλλιτέχνης, ο οποίος πήρε και έδωσε πολλή αγάπη. Ως τραγουδιστής για μένα ήταν ένας μεγάλος τεχνίτης. Είχε μια μαστοριά η φωνή του. Δημιούργησε μία δική του μοναδική σχολή. Οι τραγουδιστές τον έχουν μιμηθεί από τους οποίους κάποιοι κατάφεραν να κάνουν τη δική τους καριέρα, και άλλοι εξαφανίστηκαν. Δεν συνεργαστήκαμε ποτέ με τον Τόλη αλλά είχαμε συναντηθεί σε διάφορες φάσεις της ζωής μας. Οπως τότε που τραγουδούσαμε και οι δύο στη Θεσσαλονίκη. Μέναμε στο ίδιο ξενοδοχείο, πέρναμε μαζί πρωινό ή καθόμασταν στο δωμάτιο και συζητούσαμε μέχρι αργά. Ηταν ένας ευαίσθητος και τρυφερός άνθρωπος. Τα είχε όλα, δεν είχε να ζηλέψει τίποτα από κανέναν. Ως τραγουδιστής είχε ωραία φωνή, ήταν όμορφος, ο κόσμος τον αγαπούσε. Δεν χρειάστηκε ποτέ να μπει σε κανένα παιχνίδι ανταγωνισμού. Ηταν τζέντλεμαν. Τα συλλυπητήριά μου στην οικογένειά του. Καλό ταξίδι Τόλη, ακόμη δεν μπορώ να το πιστέψω.
in.gr