ρευνητές σε όλο τον κόσμο ανακαλύπτουν περισσότερα στοιχεία για το πώς ο SARS-CoV-2 διαταράσσει την ικανότητα της όσφρησης. Σε αντίθεση όμως με τα εμβόλια κατά του ιού, τα οποία δοκιμάστηκαν με πρωτοφανή ταχύτητα, οι θεραπείες για τη χημειοαισθητική δυσλειτουργία μετά τη νόσηση με κορονοϊό προχωρούν πολύ αργά. Πάντως, αυτό που διαπιστώνει η ερευνητική κοινότητα, είναι ότι η διαταραχή της όσφρησης εμφανίζεται λιγότερο συχνά καθώς ο ιός εξελίσσεται.
Όπως αναφέρει το «Nature», μια μελέτη που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα μελέτησε 616.318 άτομα στις Ηνωμένες Πολιτείες που είχαν νοσήσει με κορονοϊό. Διαπίστωσε ότι σε σύγκριση με όσους είχαν μολυνθεί από το αρχικό στέλεχος του ιού, εκείνοι που είχαν προσβληθεί από την παραλλαγή Άλφα είχαν 50% περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν διαταραχές της γεύσης και της όσφρησης. Η πιθανότητα αυτή μειώθηκε στο 44% με την παραλλαγή Δέλτα και στο 17% με την Όμικρον.
Μια μελέτη του 2021 παρακολούθησε 100 άτομα που είχαν εμφανίσει ήπια συμπτώματα και 100 άτομα που είχαν βγει αρνητικά. Περισσότερο από ένα χρόνο μετά τη μόλυνσή τους, το 46% που είχαν νοσήσει με κορονοϊό, εξακολουθούσαν να έχουν προβλήματα όσφρησης, ενώ μόλις το 10% της ομάδας ελέγχου εμφάνιαν κάποια απώλεια όσφρησης. Επιπλέον, το 7% όσων είχαν μολυνθεί εξακολουθούσαν να έχουν ολική απώλεια όσφρησης, ή ανοσμία, στο τέλος του έτους. Δεδομένου ότι περισσότερα από 500 εκατομμύρια κρούσματα της COVID-19 έχουν επιβεβαιωθεί παγκοσμίως, δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι πιθανόν να έχουν παρατεταμένα προβλήματα όσφρησης.
Ανακατεργασμένοι πυρήνες
Μια σαφέστερη εικόνα για το πώς ο SARS-CoV-2 προκαλεί αυτή τη διαταραχή θα βοηθήσει στην ανάπτυξη καλύτερων θεραπειών για την αντιμετώπισή της. Στις αρχές της πανδημίας, μια μελέτη έδειξε ότι ο ιός προσβάλλει τα κύτταρα της μύτης, τα οποία παρέχουν θρεπτικά συστατικά και υποστήριξη στους νευρώνες που αντιλαμβάνονται την οσμή.
Έκτοτε, έχουν προκύψει ενδείξεις σχετικά με το τι συμβαίνει στους οσφρητικούς νευρώνες μετά τη μόλυνση. Ερευνητές, μεταξύ των οποίων και ο ελληνικής καταγωγής βιοχημικός Σταύρος Λομβαρδάς στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης, πραγματοποίησαν αυτοψία σε ανθρώπους που είχαν πεθάνει από COVID-19 και διαπίστωσαν ότι, αν και οι νευρώνες τους ήταν άθικτοι, είχαν λιγότερους υποδοχείς ενσωματωμένους στη μεμβράνη της ρινικής κοιλότητας για την ανίχνευση μορίων οσμής από ό,τι συνήθως.
Διαβάστε περισσότερα εδώ
ΠΗΓΗ: Nature – ertnews.gr