Κυριακή
22
Δεκέμβριος
TOP

Ακρίβεια: Ο πληθωρισμός “δείχνει” τα δόντια του – Κύκλος “εορταστικών” ανατιμήσεων

Αίσθηση έχει προκαλέσει η αναφορά του προέδρου της Fed ότι πλέον όσοι τοποθετούνται δημόσια δεν θα πρέπει να χαρακτηρίζουν τον πληθωρισμό “παροδικό φαινόμενο”. Την ίδια ώρα βασικά είδη πρώτης ανάγκης στην Ελληνική αγορά “τραβούν” την ανηφόρα.

Η έλευση της εορταστικής περιόδου, αλλά και η της νέας χρονιάς σηματοδοτεί νέο κύκλο ανατιμήσεων σε βασικά είδη. Βέβαια οι αυξημένες τιμές, εν όψει εορτών, είναι ορατές από τώρα. Χαρακτηριστική περίπτωση το …. αρνάκι, που έχει «σκαρφαλώσει» ακόμη και στα 15 και πλέον ευρώ, λόγω των επικείμενων εορτών και της ανόδου της ζήτησης, ενώ και ο καφές, συνεχίζει το ράλι του στις διεθνείς αγορές, αλλά και στη λιανική, όπου ακόμη κι εκεί που υπήρχε «αντίσταση» σε αυξήσεις, «κατατρίφθηκε» πανηγυρικά.

Το «20λεπτο» είναι πλέον πραγματικότητα ως αύξηση για τον καφέ στο χέρι, και καταγράφεται ακόμη και εκεί όπου είχαν διατηρηθεί οι τιμές στα επίπεδα των αρχών του χρόνου. Βέβαια ως χρηματιστηριακό είδος συνεχίζει το ράλι του, καθώς με βάση όσα αναφέρουν αναλυτές βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας 10ετίας, ενώ οι δυσκολίες στην εν λόγω αγορά θα συνεχιστούν και το 2023.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τα συμβόλαια του καφέ λήξεως Δεκεμβρίου έκλεισαν τη Δευτέρα στα 2,34 δολάρια ανά λίμπρα. Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Ιούλιο η τιμή βρισκόταν στα 100 σεντς. Την επόμενη μέρα τα συμβόλαια στη Νέα Υόρκη έφτασαν τα 2,46 δολάρια – τιμή που συνιστά την υψηλότερη τιμή από το 2011, όταν η τιμή του εμπορεύματος ξεπερνούσε τα 3 δολάρια ανά λίμπρα.

Οι τιμές Οκτωβρίου

Συνολικά, πάντως, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο πληθωρισμός τον Οκτώβριο έτρεξε με ρυθμό 3,4%, σε ετήσια βάση, από 2,2% τον Σεπτέμβριο κι έναντι συρρίκνωσης -1,8% τον Οκτώβριο του 2020. Σε μηνιαία βάση, οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν κατά 1,5%.

Χαρακτηριστική είναι η επιτάχυνση των τιμών καταναλωτή κατά:

• 11,7% στην ομάδα Στέγαση, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ηλεκτρισμό, φυσικό αέριο, πετρέλαιο θέρμανσης.

• 3% στην ομάδα Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ψωμί, μοσχάρι, αρνί και κατσίκι, πουλερικά, νωπά ψάρια, τυριά, ελαιόλαδο, νωπά λαχανικά, πατάτες, καφές-κακάο-τσάι, ζάχαρη-σοκολάτες-γλυκά-παγωτά, λοιπά τρόφιμα, μεταλλικό νερό-αναψυκτικά-χυμούς φρούτων. Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση κυρίως των τιμών σε: δημητριακά για πρωινό, χοιρινό, νωπά φρούτα, λαχανικά διατηρημένα ή επεξεργασμένα.

‘Έντονη ανησυχία

Αξίζει να σημειωθεί βέβαια οι ανατιμήσεις που έχουν περάσει στα αγαθά, αλλά και αυτές που αναμένεται να καταγραφούν το πρώτο τρίμηνο του 2022 με τους νέους τιμοκαταλόγους, ανησυχούν τους Έλληνες καταναλωτές σε μεγαλύτερο βαθμό από του υπόλοιπους Ευρωπαίους, όπως προκύπτει από έρευνα της Intrum που μόλις δημοσιεύτηκε, αν και πραγματοποιήθηκε το Καλοκαίρι. Τότε, βέβαια, δεν είχε ενταθεί το φαινόμενο και άρα εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς το πόσο έχει επιδεινωθεί το γενικότερο κλίμα. Σύμφωνα, με τον έρευνα το 86% των Ελλήνων ανησυχεί για τις επιπτώσεις των ανατιμήσεων στην οικονομική του κατάσταση. Ακολουθούν οι Λετονοί (84%), οι Ρουμάνοι (83%), οι Πολωνοί (82%) και οι Πορτογάλοι (81%).

Ήδη, βέβαια σε επίπεδο Νοεμβρίου,, στο οργανωμένο λιανεμπόριο, με βάση αναφορές του κλάδου, σε σχέση με πέρυσι καταγράφεται μια κάμψη της ζήτησης, που βέβαια οφείλεται και στο γεγονός ότι πέρυσι υπήρχε και Lockdown και άρα όλη η ζήτηση κατευθυνόταν στα σούπερ μάρκετ. Βέβαια, τα στελέχη του κλάδου, δεν κρύβουν την ανησυχία τους για το πόσο μπορεί να επηρεαστεί η ζήτηση από την άνοδο των τιμών.

Ενέργεια

Στο μεταξύ και το ενεργειακό ράλι δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα. Στην Ελλάδα το Νοέμβριο καταγράφεται περαιτέρω αύξηση της μέσης χονδρεμπορικής τιμής ηλεκτρικού ρεύματος στα 228,87 ευρώ/ MWh, από 198,34 ευρώ που ήταν τον Οκτώβριο. Πρόκειται για πανευρωπαϊκό ρεκόρ, που οφείλεται και στις τιμές τόσο του φυσικού αερίου (95 ευρώ/MWh χθες στο διεθνές hub TTF της Ολλανδίας) όσο και των ρύπων (75 ευρώ/τόνος στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων).

Ανησυχεί η ελληνική παραγωγική βάση

Στο φόντο αυτό ήδη η βιομηχανία και συνολικά φορείς του παραγωγικού ιστού της χώρας, από κάθε κλάδο κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Δημήτρης Παπαλεξόπουλος στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου για την παρουσίαση του επενδυτικού συνεδρίου του ΣΕΒ με τίτλο Reinventing Greece through investments in innovation, στάθηκε ιδιαίτερα στο θέμα των τιμών ενέργειας: «Εδώ και χρόνια οι τιμές της ενέργειας αποτελούσαν αγκάθι, τώρα όμως έχουμε φτάσει σε μια ακραία έκφανση, υπογράμμισε προσθέτοντας ότι καλώς η κυβέρνηση έσκυψε στα θέματα των νοικοκυριών. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα στηρίξει και την ελληνική παραγωγή ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί και να μείνει ανταγωνιστική έναντι άλλων χωρών που ανταγωνιζόμαστε» τόνισε συγκεκριμένα.Ο, δε, ίδιος ανέφερε ότι δε θα πρέπει η κρίση να αποτελέσει άλλοθι για να καθυστερήσει η πράσινη μετάβαση και για να φτιάξουμε μια ανταγωνιστική αγορά ενέργειας που θα προστατεύει όλους τους καταναλωτές.

Μιλώντας, επίσης, σε σχετική εκδήλωση του Συνδέσμου Βιομηχανιών Στερεάς Ελλάδας ο πρόεδρος της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας Αντώνης Κοντολέων, τόνισε ότι η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας για τη βιομηχανία έχει τετραπλασιαστεί, ενώ η τιμή του φυσικού αερίου πενταπλασιάστηκε με αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους παραγωγής κατά 20 έως 40 % ανάλογα με τον κλάδο.

Βαρύ κόστος

«Το υπερβάλλον κόστος ρεύματος που πληρώνουμε ανέρχεται σε 150 εκ. ευρώ το μήνα. Δαπάνη που αφορά όλες τις βιομηχανίες της μέσης τάσης», τόνισε χαρακτηριστικά ο Αντώνης Κοντολέων.

«Δεν μπορούμε ούτε να μετακυλίσουμε το κόστος αλλά ούτε και να το απορροφήσουμε. Αν το περάσουμε στην κατανάλωση θα χάσουμε σημαντικά μερίδια αγοράς και ιδίως στο εξωτερικό» συμπλήρωσε.

Επίσης έκανε λόγο για μια κρίση που θα κρατήσει για καιρό σημειώνοντας ότι στην καλύτερη περίπτωση οι τιμές θα αποκλιμακωθούν τον Απρίλιο χωρίς να αποκλείεται νέα άνοδος στη συνέχεια. Σημείωσε ακόμη ότι οι επιπτώσεις στην ελληνική βιομηχανία είναι δυσμενέστερες επειδή όπως είπε δεν υπάρχει ανταγωνισμός στην χονδρική αγορά σε αντίθεση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΠΗΓΗ