Του Θάνου Τσίρου από την “Ναυτεμπορική”
Αναθεωρείται προς τα πάνω και μάλιστα αναδρομικά το ύψος του ελληνικού χρέους καθώς η Eurostat κατ’ εφαρμογή του νέου πλαισίου κανόνων, επιβάλλει την ενσωμάτωση αναβαλλόμενων τόκων το ύψος των οποίων εκτιμάται περίπου στα 12 με 12,5 δις. ευρώ μέχρι και το τέλος της περυσινής χρονιάς.
H αλλαγή αναμένεται να προσθέσει επιπλέον 5 με έξι μονάδες στην αναλογία του χρέους προς το ΑΕΠ με αποτέλεσμα αυτό να βρεθεί κοντά στο 167,5% (από 161,9% που είναι τώρα) για τη χρήση του 2023 με ανάλογη επίπτωση και για τα επόμενη έτη. Το πιθανότερο είναι ότι η αλλαγή θα αποτυπωθεί στις 17 Οκτωβρίου με τη δημοσίευση των τελικών εκτιμήσεων για την πορεία του ΑΕΠ και του χρέους της περυσινής χρονιάς. Ανοικτό είναι το ενδεχόμενο –αν και με μικρότερες πιθανότητες- η ενσωμάτωση να μετατεθεί για τον Μάρτιο του 2024 αν και η εγγραφή θεωρείται δεδομένη απόφαση.
Η βασική επίπτωση θα είναι η επιδείνωση του δείκτη της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ. Καθοριστικής σημασίας για το ύψος της επιβάρυνσης θα είναι μια ακόμη αλλαγή που έχει δρομολογηθεί: Στις ανακοινώσεις του Οκτωβρίου θα γίνει επανυπολογισμός του ΑΕΠ όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για το σύνολο των χωρών της ΕΕ καθώς συμπληρώνεται 5ετία και αλλάζει το έτος βάσης (αντί να είναι το 2015 θα είναι το 2020). Αυτό ενδεχομένως να έχει θετικό αντίκτυπο όσον αφορά στο απόλυτο ύψος του ΑΕΠ (μεταξύ άλλων και λόγω πληθωρισμού) και αν αυτό επιβεβαιωθεί θα «απορροφηθεί» στον δείκτη της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ ένα κομμάτι της «ζημιάς» από την αύξηση του χρέους της γενικής κυβέρνησης σε ονομαστικούς όρους. Η επίπτωση από την εγγραφή των τόκων στο χρέος ουσιαστικά περιορίζεται στην επιδείνωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ η οποία θα υπολογιστεί αναδρομικά από το 2012.
Σε δημοσιονομικό επίπεδο, δεν υπάρχει καμία αλλαγή καθώς τα ποσά έχουν εγγραφεί κανονικά σε όλες τις προηγούμενες οικονομικές χρήσεις. Αυτό σημαίνει ότι θα αποτυπωθεί εξαιτίας αυτής της αλλαγής επιβάρυνση σε επίπεδο ελλείμματος γενικής κυβέρνησης. Όσον αφορά στο ταμειακό επίπεδο (δηλαδή το πότε θα ξεκινήσει η χώρα να αποπληρώνει αυτούς τους τόκους) αυτό που προβλέπεται από την δανειακή σύμβαση με τους δανειστές της Ελλάδας (σ.σ είναι δάνεια του επίσημου τομέα δηλαδή του EFSF) είναι η καταβολή να ξεκινήσει από το 2032 και μετά με ρυθμό περίπου 1 με 1,2 δις. ευρώ ετησίως. Καμία επίπτωση δεν θα υπάρξει ούτε όσον αφορά στον στόχο που «επιβάλλει» το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας για αποκλιμάκωση της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ κατά τουλάχιστον μια μονάδα για όσες χώρες εμφανίζουν ποσοστό άνω του 90%. Αυτό οφείλεται στο ότι η αλλαγή γίνεται αναδρομικά από το 2012 μέχρι το 2023. Έτσι, η μείωση του δείκτη κατά το 2024 αλλά και κατά το 2025, θα εξακολουθήσει να είναι πολλαπλάσια της μίας ποσοστιαίας μονάδας.
Η διαφορά είναι ότι η μείωση θα γίνεται επί διαφορετικής βάσης. Αν προχωρήσει τελικώς η αποτύπωση των νέων δεδομένων (και όσον αφορά στο χρέος και όσον αφορά στο ΑΕΠ) στις 17 Οκτωβρίου, τα δεδομένα θα έχουν ως εξής: 1. To χρέος της γενικής κυβέρνησης του 2023 αναμένεται να αναμορφωθεί από τα 356,7 δις. ευρώ, περίπου στα 369,1 δις. ευρώ με την πρόσθετη επιπλέον 12,4 δις. ευρώ περίπου. Αντίστοιχα, το χρέος του 2022, θα αυξηθεί από τα 356,8 δις. ευρώ περίπου στα 368,2 δις. ευρώ (δηλαδή κατά περίπου 11,4 δις. ευρώ), το ΑΕΠ του 2021 από τα 353,9 δις. ευρώ στα 364 δις. ευρώ κ.ο.κ. Να σημειωθεί ότι η διαδικασία αναβολής στην καταβολή των τόκων διαρκεί μέχρι και το 2032 οπότε ξεκινά η αποπληρωμή. Αυτό σημαίνει ότι και στο χρέος του 2024 θα εγγραφεί επιπλέον ποσό ένα δις. ευρώ ενώ και σε καθεμιά από τις επόμενες χρήσεις θα εγγράφεται και επιπλέον ένα δις. ευρώ ώστε μέχρι το 2032 η συνολική επιβάρυνση του χρέους να φτάσει περίπου στα 25 δις. ευρώ. 2. Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται και στο ποιο θα είναι το ΑΕΠ σε ονομαστικούς όρους λόγω της αλλαγής του έτους βάσης από το 2015 στο 2020. Το χρέος του 2023 είχε εκτιμηθεί στα 220 δις. ευρώ σε τρέχουσες τιμές (σ.σ αυτό είναι και το ποσό που λαμβάνεται υπόψη για τον δείκτη του χρέους).
Έτσι, η αναλογία του χρέους προς το ΑΕΠ για το 2023, είχε υπολογιστεί στο 161,9% του ΑΕΠ. Στην περίπτωση που και μετά τον υπολογισμό, το ΑΕΠ παραμείνει αμετάβλητο στα 220 δις. ευρώ, τότε η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά περίπου 5,5 μονάδες από το 161,9% περίπου στο 167,5%. Αν το ΑΕΠ υπολογιστεί σε υψηλότερα επίπεδα λόγω της νέας μεθοδολογίας, η επίπτωση θα είναι μικρότερη καθώς θα υπάρξει αύξηση του παρονομαστή του κλάσματος. Λογικό επακόλουθο είναι, είτε η προσθήκη των αναβαλλόμενων τόκων γίνει τώρα τον Οκτώβριο, είτε γίνει τον Μάρτιο, να επηρεαστούν οι δείκτες ΑΕΠ και χρέους τόσο για φέτος όσο και για τα επόμενα χρόνια.
Η κυβέρνηση έχει δρομολογήσει την κατάθεση του πολυετούς προϋπολογισμού στις Βρυξέλλες μέχρι το τέλος του μήνα αλλά και την κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού στη Βουλή στις 7 Οκτωβρίου, Είναι ένα ερώτημα αν οι δρομολογούμενες αλλαγές θα αποτυπωθούν σε αυτά τα δύο κείμενα καθώς για να λάβει υπόψη του το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους τα νέα μεγέθη, θα πρέπει να έχουν γίνει οι επίσημες ανακοινώσεις από την Eurostat.
πηγή: www.naftemporiki.gr