“Η Ελλάδα παρουσιάζει έντονες χωρικές διαφοροποιήσεις οι οποίες οδηγούν σε σημαντική απόκλιση τις οικονομικές επιδόσεις κάθε ιδιαίτερης περιοχής της ενώ μία νέα περιφερειακή ανισορροπία βρίσκεται σε εξέλιξη…”.
Αυτό υπογραμμίζεται στα συμπεράσματα της νέας μελέτης του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος με θέμα: “Η ελληνική αγορά εργασίας και η δομή απασχόλησης ανά Περιφέρεια. Από την αρχή της οικονομικής κρίσης έως σήμερα”.
Σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ, οι λόγοι για την μελέτη κρίνονται σημαντικοί καθώς η Ελλάδα παρουσιάζει έντονες χωρικές διαφοροποιήσεις οι οποίες οδηγούν σε σημαντική απόκλιση τις οικονομικές επιδόσεις κάθε ιδιαίτερης περιοχής της και η έλλειψη αντίστοιχων μελετών για την δομή της απασχόλησης σε περιφερειακό επίπεδο έκανε την ανάγκη μίας τέτοιας μελέτης ακόμη ισχυρότερη.
Τα συμπεράσματα είναι πολυάριθμα και πολυδιάστατα και συνοψίζονται ως εξής: “Αν και το ποσοστό ανεργίας έχει μειωθεί κατά την έξοδο από την κρίση, η απασχόληση δεν έχει αυξηθεί σημαντικά. Η θέση των νέων είναι σημαντικά χειρότερη συγκριτικά με τις μεγαλύτερες ηλικίες όπως και των γυναικών σε σχέση με τους άντρες. Ίσως όμως το σημαντικότερο εύρημα είναι η σημαντική επιδείνωση της συγκριτικής θέσης των Περιφερειών της χώρας ως προς την Περιφέρεια Αττικής. Η έξοδος από την οικονομική κρίση βρίσκει την Αθήνα να βελτιώνει σημαντικά τη συγκριτική της θέση και αυτό είναι ακόμη πιο έντονο για τους νέους και τις νέες. Μία νέα περιφερειακή ανισορροπία βρίσκεται σε εξέλιξη”.
Η μελέτη εξετάζει την εξέλιξη της ελληνικής αγοράς εργασίας και της αντίστοιχης δομής απασχόλησης ως προς τα βασικά χαρακτηριστικά τους και ως προς τη διαχρονική τους εξέλιξη από τις παραμονές της οικονομικής κρίσης έως σήμερα. Η αγορά εργασίας εξετάζεται ως προς το μέγεθος της απασχόλησης και της ανεργίας, την επίδραση των ατομικών χαρακτηριστικών των εργαζομένων, την επίδραση του φύλου και της ηλικίας, την τομεακή διάρθρωση και διάφορες άλλες πλευρές της. Όλα τα παραπάνω εξετάζονται τόσο για τη χώρα συνολικά όσο και για κάθε διοικητική περιφέρεια ξεχωριστά.
Η πρώτη ομάδα συμπερασμάτων αφορά στην εικόνα της αγοράς εργασίας και της δομής της απασχόλησης για το σύνολο της χώρας. Όπως προκύπτει από τα δεδομένα, η εξέλιξη της δομής της απασχόλησης και της αγοράς εργασίας κατά τα τελευταία έτη της εξόδου από την οικονομική κρίση παρουσιάζει αντιφατικά χαρακτηριστικά. Παρατηρείται μία μείωση του ποσοστού ανεργίας η οποία είναι σημαντική. Αυτή η μείωση όμως δεν προκύπτει, κυρίως, από την αύξηση των θέσεων εργασίας αλλά από την μείωση των συμμετεχόντων στο εργατικό δυναμικό της χώρας. Η αύξηση των θέσεων εργασίας ακολουθεί έναν πολύ αργό ρυθμό και υστερεί, ακόμη, πολύ σε σχέση με τις θέσεις απασχόλησης που υπήρχαν πριν την έναρξη της οικονομικής κρίσης. Μεγάλο δε, μέρος από αυτές (μεγαλύτερο από ότι πριν από την κρίση) είναι θέσεις μερικής απασχόλησης. Ενώ λοιπόν παρατηρείται σημαντική μείωση του ποσοστού ανεργίας, ταυτόχρονα, παρατηρείται μείωση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό και πολύ αργή αύξηση της απασχόλησης και του ποσοστού απασχόλησης. Ο συνδυασμός των παραπάνω παραγόντων φανερώνει μία σαφή αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να παράγει νέες (και καλές) θέσεις πλήρους απασχόλησης και αποτελεί ανησυχητικό σημάδι για την πορεία της ελληνικής οικονομίας συνολικά.
Εστιάζοντας στη συνέχεια την ανάλυση, σε επίπεδο περιφέρειας, προκύπτει ένα ιδιαίτερα σημαντικό εύρημα το οποίο φαίνεται ότι έχει σε μεγάλο βαθμό αγνοηθεί έως τώρα. Αυτό είναι ότι, κατά τη διαδικασία της κρίσης και ιδίως κατά την έξοδο από αυτήν, παρατηρείται σημαντική διαφοροποίηση ως προς την επίδοση της αγοράς εργασίας μεταξύ της Αττικής και τον άλλον περιφερειών της χώρας (με μία οριακή εξαίρεση για την περιφέρεια του νοτίου Αιγαίου). Συγκεκριμένα η Αττική έχει μειώσει (μέχρι το 2021) το ποσοστό ανεργίας της κάτω από τα προ της κρίσης επίπεδα ενώ όλες οι άλλες περιφέρειες παρουσιάζουν πολύ αυξημένα ποσοστά ανεργίας συγκριτικά με την προ κρίσης εποχή. Ενώ η περιφέρεια Αττικής ξεκίνησε (το 2009) με ποσοστά ανεργίας υψηλότερα από τον πανελλήνιο μέσο όρο, εξέρχεται της κρίσης (2021) με ποσοστά σημαντικά χαμηλότερα από το μέσο όρο και από όλες τις άλλες περιφέρειες της χώρας.
Αυτή η δυσαναλογία εντείνει ακόμα περισσότερο τις περιφερειακές ανισότητες και ενισχύει το ρόλο και την βαρύτητα της Αττικής στην ελληνική οικονομία. Μπορεί να γίνει, αν δεν είναι ήδη, πηγή ιδιαίτερης χωρικής ανισορροπίας και περαιτέρω όξυνσης των περιφερειακών ανισοτήτων. Ακόμη και η περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας (που περιλαμβάνει το δεύτερο μεγάλο αστικό κέντρο της χώρας) είναι σε πολύ χειρότερη θέση από την Αττική και η θέση της έχει επιδεινωθεί κατά την διαδικασία εξόδου από την κρίση. Η μακροχρόνια ανισορροπία στην περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας επανέρχεται έντονα μαζί με όλα τα πιθανά προβλήματα που αυτή μπορεί να δημιουργήσει.
Η μετανάστευση των νέων
Η εικόνα ανατροπής των περιφερειακών ισορροπιών ενισχύεται ακόμα περισσότερο από την εικόνα της αγοράς εργασίας για τις νέες και τους νέους η οποία επίσης εξετάστηκε στην μελέτη. Σε πανελλαδικό επίπεδο η ανεργία των νέων κινείται σε πολύ υψηλές τιμές συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και συγκριτικά με τις μεγαλύτερες ηλικίες στην Ελλάδα αυτό από μόνο του είναι ένα ανησυχητικό γεγονός, αφού οι νέοι είναι εύκολο να μεταναστεύσουν προς εύρεση εργασίας. Το πρόβλημα αυτό επιδεινώνεται από την μεγάλη διαφορά που αναδεικνύει η μελέτη ότι υπάρχει μεταξύ της ανεργίας των νέων στην περιφέρεια της Αττικής συγκριτικά με τις υπόλοιπες περιφέρειες της χώρας στην ηλικιακή κατηγορία των 15-24 που είναι η κατεξοχήν κατηγορία που καλύπτει τις νέες και τους νέους της χώρας, το ποσοστό ανεργίας στην Αττική είναι ήδη (το 2020) χαμηλότερο από τα πρόεδρος κρίσης επίπεδα (2009), κάτι που απέχει πολύ από την επίδοση όλων των άλλων περιφερειών. Σε γενικές γραμμές, το ποσοστό ανεργίας των νέων στην Αττική είναι το μισό και σε κάποιες περιπτώσεις το ένα τρίτο, από τα αντίστοιχα ποσοστά ανεργίας των υπολοίπων περιφερειών. Η μεγάλη διαφορά που προκύπτει στα συνολικά ποσοστά ανεργίας μεταξύ Αττικής και λοιπόν περιφερειών οφείλεται κυρίως στην πολύ μεγάλη διαφορά στα ποσοστά ανεργίας των νέων. Αυτό προσδίδει ακόμα πιο μεγάλη δυναμική στην αγορά εργασίας της Αττικής και δημιουργεί ένα σημαντικό κίνητρο για εσωτερική μετανάστευση των νέων ανθρώπων από την υπόλοιπη Ελλάδα προς την Αττική. Μία μεταναστευτική διαδρομή που έχει ακολουθηθεί αρκετές φορές στην σύγχρονη ιστορία της χώρας.
Στο γεγονός ότι η μετανάστευση αυτή συμβαίνει ήδη και αφορά τα πιο μορφωμένα τμήματα της ελληνικής νεολαίας συνηγορεί ένα ακόμη γεγονός που προκύπτει από την ανάλυση, ότι κατά τα τελευταία έτη έχει αυξηθεί ραγδαία ο αριθμός και το ποσοστό των ατόμων με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, κυρίως στην Αττική, συγκριτικά με τις άλλες περιοχές. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι όπως προκύπτει από οικονομετρική ανάλυση, με τα αντίστοιχα δεδομένα, δεν είναι το καλύτερο μορφωτικό επίπεδο που συμβάλλει στη μείωση της πιθανότητας ανεργία στην Αττική αλλά το ίδιο το γεγονός της διαμονής στην Αττική, δηλαδή άλλοι λόγοι που σχετίζονται με την περιοχή και όχι με τους ανθρώπους και τα χαρακτηριστικά τους. Αυτό σημαίνει ότι τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας στην Αττική προσελκύουν τους μορφωμένους ανθρώπους σε αυτήν.
ΠΗΓΗ capital.gr