Την υποστήριξη των μικρών επιχειρήσεων προκειμένου να καταρτίσουν βιώσιμα επιχειρηματικά σχέδια και να ενταχθούν στο Ταμείο Ανάκαμψης αναλαμβάνει το υπουργείο Οικονομικών, μέσω της χρηματοδότησης του κόστους αξιολόγησης από πιστοποιημένο ανεξάρτητο ελεγκτή των μικρών επενδυτικών σχεδίων έως 1,5 εκατ. ευρώ.
Αυτό θα προβλέπει μεταξύ άλλων η υπουργική απόφαση που θα εκδοθεί πιθανότατα αυτή την εβδομάδα για τα κριτήρια επιλεξιμότητας των επενδυτικών σχεδίων που θα ενταχθούν στο Ταμείο Ανάκαμψης, η ενεργοποίηση του οποίου σε ότι αφορά το σκέλος των ιδιωτικών επενδυτικών επενδύσεων μπαίνει στην τελική ευθεία με την υπογραφή εντός του Οκτωβρίου των συμβάσεων με τις εμπορικές τράπεζες που θα «τρέξουν» το πρόγραμμα. Οι εισροές εκτός από τα πρώτα 4 δισ. ευρώ της προκαταβολής που εγκρίθηκαν τον Αύγουστο εκτιμώνται έως τα τέλη του χρόνου σε 4 δισ. ευρώ επιπλέον, ανοίγοντας το δρόμο για νέα ισχυρή ώθηση της οικονομίας από το δ’ τρίμηνο του έτους και τα επόμενα χρόνια.
Συνολικά θα μοχλευθούν 32 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 12,7 δισ. ευρώ (40%) θα είναι ο δανεισμός από τις τράπεζες. Σε αυτά περιλαμβάνονται 5 δισ. ευρώ που έχει δεσμευτεί ότι θα εισφέρει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και άλλα 500 εκατ. ευρώ η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, ενώ στα 6,6 δισ. ευρώ (20%) θα είναι η ίδια συμμετοχή των επιχειρήσεων. Η συμμετοχή της ΕΤΕπ και η EBRD ανεβάζει το θερμόμετρο του ανταγωνισμού μεταξύ των τραπεζών καθώς με δεδομένο ότι οι δύο ευρωπαϊκοί χρηματοδοτικοί μηχανισμοί θα επικεντρωθούν κυρίως στις μεγάλες επιχειρήσεις, η κάνουλα της χρηματοδότησης ανοίγει και για τις μικρότερες επιχειρήσεις και η μάχη μεταξύ των τραπεζών για την προσέγγισή τους προοιωνίζεται σκληρή.
Στο επίκεντρο οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις
Όπως εξηγούν τραπεζικά στελέχη που εμπλέκονται στενά στη διαδικασία οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν περιορίσει κατά πολύ το κόστος δανεισμού τους μέσω και της πρόσβασης στις αγορές κεφαλαίου, κάτι που δεν ισχύει για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας που για πρώτη φορά θα έχουν πρόσβαση σε φθηνό δανεισμό, εξασφαλίζοντας χαμηλό κόστος κεφαλαίου για διάρκεια 12 ετών.
Η διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας όπως επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα, κυριαρχείται από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις που απασχολούν κάτω από 9 εργαζόμενους. Πρόκειται για 685.000 επιχειρήσεις, δηλαδή το 95% από το σύνολο των 718.000 που δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά (με βάση τα στοιχεία του 2019), πολλές από τις οποίες είναι ουσιαστικά επιχειρήσεις αυτοαπασχολουμένων με 1 ή 2 εργαζόμενους.
Κάτω από αυτή την κατηγορία ακολουθεί ένας σημαντικός αριθμός 24.000 επιχειρήσεων που απασχολεί από 10 έως 19 εργαζόμενους, ενώ άλλες 11.895 είναι αυτές απασχολούν από 20 έως 49 εργαζόμενους, και αποτελούν υπολογίσιμη δύναμη από άποψη τζίρου. Οι μεσαίες επιχειρήσεις, δηλαδή αυτές που απασχολούν από 50 έως 249 εργαζόμενους είναι λίγο πιο κάτω από τις 4.000 , ενώ οι μεγάλες δηλαδή με πάνω από 250 εργαζόμενους είναι μόλις 550 επιχειρήσεις σε όλη τη χώρα. Οι τράπεζες έχουν ολοκληρώσει μέχρι σήμερα 350 παρουσιάσεις σε ισάριθμες επιχειρήσεις και οι προσδοκίες σύμφωνα με τις εκτιμήσεις δεν εξαντλούνται μόνο στις μεγάλες, αλλά και τις μεσαίες επιχειρήσεις της χώρας με τζίρο από 10 έως 30 εκατ. ευρώ.
Τα κίνητρα
Αν και οι επενδυτικές πολιτικές του Ταμείου Ανάπτυξης δεν συνδέονται ευθέως με το μέγεθος μιας επιχείρησης, στο υπουργείο Οικονομικών αναγνωρίζουν ότι η μεγέθυνση των μικρών επιχειρήσεων θα πρέπει να αποτελέσει βασικό στόχο στην αναπτυξιακή προσπάθεια. Για το λόγο αυτό εκτός από τα κίνητρα που θα προβλέπονται μέσω του νόμου που θα έρθει στη Βουλή (όπως η μείωση του φορολογικού συντελεστή στο 15,5% για κέρδη ως 1 εκατ. ευρώ), η ανάπτυξη οικονομιών κλίμακας μέσω συνεργασιών, εξαγορών και συγχωνεύσεων, αποτελεί διακριτή πολιτική στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάπτυξης, σε συνδυασμό με τους βασικούς στόχους της πράσινης μετάβασης, του ψηφιακού μετασχηματισμού, της καινοτομίας – έρευνας – ανάπτυξης και της εξωστρέφειας. Έτσι η τεχνογνωσία για την κατάρτιση ενός βιώσιμου επιχειρηματικού σχεδίου που θα εμπίπτει σε μια ή περισσότερες από τις παραπάνω κατηγορίες ώστε η επένδυση να καταστεί επιλέξιμη και να μπορεί να χρηματοδοτηθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης αναμένεται να υποστηριχθεί μέσα από την κρατική αρωγή με την ανάληψη του κόστους του αξιολογητή, ενώ αντίθετα οι μεγάλες επιχειρήσεις θα αναλάβουν οι ίδιες αυτές το κόστος.
Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης τα επενδυτικά σχέδια ανάπτυξης οικονομιών κλίμακος, μέσω συνεργασιών, εξαγορών και συγχωνεύσεων, θα χρηματοδοτούνται με χαμηλότοκα δάνεια που θα αντιστοιχούν στο 40% της συνολικής επένδυσης. Για υφιστάμενα σχήματα μακροχρόνιων συνεργασιών, το ύψος των χαμηλότοκων δανείων ως ποσοστό της επένδυσης περιορίζεται στο 30%. Εφόσον η επένδυση στοχεύει και σε έναν από τους υπόλοιπους πυλώνες του Ταμείου, δηλαδή της πράσινης μετάβασης, του ψηφιακού μετασχηματισμού, της καινοτομίας – έρευνας – ανάπτυξης και της εξωστρέφειας, οι ποσοστώσεις από κάθε πυλώνα αθροίζονται και το άθροισμα δεν μπορεί να υπερβεί το 50%.
Για να υπαχθεί μια επένδυση που αποσκοπεί στη μεγέθυνση δύο ή περισσότερων επιχειρήσεων, στις επιλέξιμες κατηγορίες και δανειοδοτηθεί από το Ταμείο θα πρέπει να υποβάλλεται από επιχείρηση η οποία έχει προκύψει από εξαγορά ή συγχώνευση είτε από σχήμα μη συνδεδεμένων επιχειρήσεων, που έχουν συμπράξει σε μακροχρόνια συνεργασία, δηλαδή για μια 5ετία τουλάχιστον. Η συνεργασία πρέπει να προκύπτει από τις συμβάσεις δεσμευτικού χαρακτήρα που έχουν υπογράψει τα μέρη.
Στόχος της συνεργασίας πρέπει να είναι η από κοινού προώθηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (προμηθευτικοί συνεταιρισμοί, εξαγωγικές συνεργασίες, συμβολαιακή γεωργία, franchise, κοινά έργα έρευνας και ανάπτυξης κ.ά.), με ή χωρίς τη δημιουργία νομικών προσώπων (κοινοπραξίες, συνεταιρισμοί, οργανώσεις και ομάδες παραγωγών).
Για τις επενδύσεις από υφιστάμενες και νέες συνεργασίες, μεταξύ μη συνδεδεμένων επιχειρήσεων, η επιλεξιμότητα των επενδυτικών σχεδίων καθορίζεται από τις εξής προϋποθέσεις:
- Nα συνεχίσει να μετέχει στον υφιστάμενο συνεργατικό σχηματισμό τουλάχιστον κατά την επόμενη 5ετία (υφιστάμενες συνεργασίες) ή να δεσμεύεται για συμμετοχή κατά τουλάχιστον 5 έτη (νέες συνεργασίες).
- O μέσος συνολικός κύκλος εργασιών των νομικών προσώπων, που συμμετέχουν στη συνεργασία, κατά την προηγούμενη 3ετία, να είναι κατά τουλάχιστον 50% υψηλότερος του τζίρου της μεγαλύτερης, με κριτήριο τις πωλήσεις της συμπράττουσας επιχείρησης.
- Τουλάχιστον το 20% των επιλέξιμων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου πρέπει να αφορά σε δαπάνες, που γίνονται σύμφωνα με τη σύμβαση συνεργασίας
Για τις εταιρείες που συμμετέχουν σε εξαγορές/συγχωνεύσεις, οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας επενδύσεων είναι οι εξής:
- Το επενδυτικό σχέδιο να περιλαμβάνει νέο σχήμα, το οποίο να προκύπτει από εξαγορά ή συγχώνευση, η οποία ολοκληρώθηκε μετά τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης.
- Ο μέσος συνολικός κύκλος εργασιών των νομικών προσώπων που μετέχουν στη συγχώνευση ή εξαγορά, τα προηγούμενα 3 έτη, να είναι υψηλότερος κατά τουλάχιστον 50% του τζίρου που εμφανίζει η επιχείρηση με τις υψηλότερες πωλήσεις μεταξύ αυτών που μετέχουν στην εξαγορά ή συγχώνευση.