«Λείπουν χιλιάδες εργατικά χέρια από την ελληνική αγορά εργασίας». «Οι Ελληνες δεν δέχονται να κάνουν χειρωνακτικές δουλειές». «Οι ανάγκες για ξένους εργάτες αυξάνονται, ενώ η ανεργία μειώνεται – Το ελληνικό παράδοξο». «Οι Αλβανοί φεύγουν, οι Πακιστανοί έρχονται».
Πρόκειται για πηχυαίους τίτλους, που –κάποιοι στην υπερβολή τους– προσπαθούν να περιγράψουν το φαινόμενο της έλλειψης προσωπικού στη χώρα μας, ενός κατά γενική ομολογία δύσκολου, πολυπαραγοντικού προβλήματος, που δεν είναι όμως μόνον ελληνικό. Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, ο ίδιος ο αρμόδιος υπουργός Εργασίας Αδωνις Γεωργιάδης προσπαθώντας να περιγράψει το φαινόμενο, δηλώνει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί ότι ενώ ως υπουργός Ανάπτυξης δεχόταν αιτήματα από ανέργους ώστε να βοηθήσει να βρουν δουλειά, πλέον, ακούει από επιχειρηματίες την ίδια επωδό: «Δεν βρίσκουμε προσωπικό».
Κι ενώ θα πίστευε κανείς ότι τα αιτήματα αφορούν μόνον τον πρωτογενή τομέα, με αιχμή τη συγκομιδή προϊόντων, όπως είναι οι ελιές, τα μήλα, οι φράουλες κ.λπ., όπου η παραγωγή δεν είναι μηχανοποιημένη, η αλήθεια τον διαψεύδει: οι ανάγκες είναι παντού. Στις επιχειρήσεις του τουρισμού και στην εστίαση, στις βιομηχανίες και στις βιοτεχνίες, στις κατασκευές, στα τεχνικά επαγγέλματα, στα σούπερ μάρκετ, στις πωλήσεις, στις υπηρεσίες, αλλά και στις άκρως εξειδικευμένες θέσεις της πληροφορικής, του προγραμματισμού και ούτω καθ’ εξής.
Η πρόσφατη νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης και ο θόρυβος που δημιούργησε, καταδεικνύουν και την αναγκαιότητα εξεύρεσης εργαζομένων, σχεδόν με κάθε τρόπο, καθώς η ελληνική οικονομία αποδείχθηκε ανθεκτική έναντι των εξωτερικών κραδασμών, ενώ η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα συνεχίσει να υποστηρίζει τις επενδύσεις. Ετσι, η απασχόληση προβλέπεται να ενισχυθεί περαιτέρω, αν και με πιο ήπιο ρυθμό σε συνάρτηση με την οικονομική δραστηριότητα, η μείωση της ανεργίας θα συνεχιστεί και μένει να αποδειχθεί εάν θα ισχύσει τελικά ο πλέον γνωστός οικονομικός νόμος της αγοράς, περί της προσφοράς και της ζήτησης, αναφορικά με τους μισθούς, που παραδόξως παραμένουν χαμηλοί σε σχέση με τη ζήτηση εργασίας.
Σε αυτό το περιβάλλον, η αναζήτηση των λόγων που οι επιχειρήσεις μένουν χωρίς προσωπικό και οι άνεργοι χωρίς δουλειές αναδεικνύεται ως αναγκαία συνθήκη για την επίλυση ενός προβλήματος που, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα συνεχίσει να προκαλεί… πονοκέφαλο σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, για αρκετά χρόνια ακόμη. Αλλωστε, η δημογραφική μείωση του πληθυσμού αναπόφευκτα θα περιορίσει την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, ενώ οι εγγενείς αδυναμίες του εγχώριου εκπαιδευτικού μας συστήματος αναμένεται να εξακολουθήσουν να δυσκολεύουν την επίλυση ενός εξαιρετικά σύνθετου προβλήματος. Και βέβαια, δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί ο ρόλος των σύγχρονων κοινωνικοπολιτικών συνθηκών, που αναπόφευκτα διαμορφώνουν νέες τάσεις και συμπεριφορές κυρίως όσον αφορά τους νέους εργαζομένους.
Πρώτη και βασική αιτία του προβλήματος είναι, όπως επισημαίνουν όλοι οι ειδικοί με τους οποίους συνομίλησε η «Κ», η αναντιστοιχία δεξιοτήτων μεταξύ προσφοράς και ζήτησης (skills mismatch). Οπως τονίζει ο διοικητής της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΔΥΠΑ) Σπύρος Πρωτοψάλτης, τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης διαχρονικά δεν είναι συνδεδεμένα με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, την ίδια στιγμή που προχωράει ταχύτατα η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση της οικονομίας.
Σε αυτό το σημείο βέβαια πρέπει να προστεθεί και το εξής παράδοξο, σημειώνει ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ Χρήστος Γούλας: Η ελληνική αγορά εργασίας συνιστά μια ιδιότυπη εξαίρεση στον κανόνα προσφοράς – ζήτησης. Εκεί που η μειωμένη προσφορά δεξιοτήτων εκ μέρους των εργαζομένων θα έπρεπε να προκαλεί αύξηση των προσφερόμενων μισθών, στην Ελλάδα τα αποτελέσματα εμφανίζονται εντυπωσιακά αντίστροφα: η έλλειψη δεξιοτήτων μεταφράζεται στην καθήλωση του μέσου ετήσιου μισθού στην τελευταία θέση της κατάταξης σε σχέση με το σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. «Ισως οι Ελληνες εργοδότες προσφεύγουν σε έναν λανθασμένο ορισμό της κατάστασης», εξηγεί στην «Κ» ο κ. Γούλας, εκτιμώντας ότι είναι πολύ πιθανό να βαφτίζουν ως «έλλειμμα δεξιοτήτων» το έλλειμμα παρεχόμενων κινήτρων, κυρίως μισθολογικών, και την παρεπόμενη δική τους αδυναμία να προσελκύσουν ειδικευμένους εργαζομένους.
Χαμηλές απολαβές
Οι μη ελκυστικές συνθήκες εργασίας και οι χαμηλές απολαβές σε πολλούς κλάδους, ειδικότητες, θέσεις και επιχειρήσεις είναι επίσης ένας σημαντικός λόγος που μαζί με την έλλειψη συλλογικών διαπραγματεύσεων και τη χαμηλή κάλυψη των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις επιτείνουν το πρόβλημα. Μάλιστα, όπως επισημαίνει στην «Κ» η αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης και διευθύντρια του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών της ΕΣΕΕ (ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ) Βάλια Αρανίτου, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου που παρατηρείται στη χώρα μας τις τελευταίες πολλές δεκαετίες είχε ως αποτέλεσμα τη διαφοροποίηση των κοινωνικοοικονομικών προτύπων, και κυρίως ως προς το τι οι άνθρωποι θεωρούν καλύτερο σε σχέση με το βιοτικό τους επίπεδο, το οικονομικό και κοινωνικό τους στάτους αλλά και την ποιότητα ζωής τους.
Διαβάστε περισσότερα εδώ
πηγη moneyreview.gr