“Το 2019 υποσχεθήκαμε στους Έλληνες πολίτες ότι θα θέσουμε τις βάσεις μιας νέας Ελλάδας. Ότι θα αποκαταστήσουμε το κύρος της πατρίδας μας στην Ευρώπη, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Και το κάναμε πράξη”. Αυτό τόνισε ο βουλευτής Μεσσηνίας Περικλής Μαντάς κατά την ομιλία του στην Ολομέλεια της Βουλής, στο πλαίσιο της συζήτησης για την κύρωση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2023, σημειώνοντας παράλληλα για το δίλημμα των εκλογών ότι οι πολίτες θα κληθούν να επιλέξουν ανάμεσα στο συγκεκριμένο και απτό έργο της κυβέρνησης της ΝΔ και τη τυχοδιωκτική ασάφεια της “προοδευτικής διακυβέρνησης” που προτείνει η αντιπολίτευση.
Ο κ. Μαντάς πραγματοποίησε εκτενή αναφορά στα πεπραγμένα της κυβέρνησης από τη στιγμή που ανέλαβε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας. Πέραν των διεθνών αμυντικών συμφωνιών με τη Γαλλία, τις ΗΠΑ, την Αίγυπτο και τις αραβικές χώρες της περιοχής μας, ο βουλευτής στάθηκε στην αποκλιμάκωση του μεταναστευτικού που έχει κάνει πράξη η κυβέρνηση υλοποιώντας ένα σχέδιο «φύλαξης των συνόρων», «ενίσχυσης του νομοθετικού πλαισίου» και «αποσυμφόρησης των νησιών μας». Αναφορικά με το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων, ο κ. Μαντάς σημείωσε ότι η κυβέρνηση υλοποιεί «ένα από τα μεγαλύτερα εξοπλιστικά προγράμματα που έχει αναλάβει η χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες», γεγονός που επιτρέπει την καλύτερη προστασία των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και την ασφάλεια της χώρας απέναντι σε εξωτερικούς κινδύνους.
Ο κ. Μαντάς επίσης αναφέρθηκε στις σημαντικές οικονομικές ελαφρύνσεις που έχει φέρει εις πέρας η κυβέρνηση, τόσο στο επίπεδο της φορολογίας εισοδήματος, της φορολογίας στα μερίσματα, στον ΕΝΦΙΑ, στην προκαταβολή φόρου για τις επιχειρήσεις, στον ΦΠΑ στην εστίαση, όσο και στο επίπεδο των ασφαλιστικών εισφορών, τονίζοντας την κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου, την αποδέσμευση των ασφάλισης από το εισόδημα και την οριζόντια μείωση σε πολλαπλά επίπεδα επιβαρύνσεων. Στάθηκε επίσης στο μεγάλο και σημαντικό έργο για τη μείωση της γραφειοκρατίας μέσα από τη συστηματική ψηφιοποίηση του κράτους, καθώς και σημείωσε τα μεγάλα βήματα που έχουν πραγματοποιηθεί για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και τη σταδιακή δημιουργία φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος, για την αντιστροφή της δυναμικής του brain-drain των προηγούμενων ετών, για τη διαρκή μείωση της ανεργίας και τη δημιουργία νέων καλύτερα πληρωμένων θέσεων εργασίας, καθώς και για την αποκατάσταση της τάξης στα ελληνικά πανεπιστήμια και την κατάργηση του ασύλου της ανομίας.
Ο κ. Μαντάς επίσης πραγματοποίησε αναφορά στη διαχείριση των πρόσφατων κρίσεων της πανδημίας και της ενεργειακής ακρίβειας, σημειώνοντας ότι «απλώσαμε ένα δίχτυ προστασίας ώστε κανείς να μη μείνει πίσω» μεριμνώντας περισσότερο για «όσους έχουν πραγματικά ανάγκη». Στάθηκε ακόμα στα έργα που ήδη έχουν δρομολογηθεί ειδικά στη Μεσσηνία, αναφερόμενος στην παραχώρηση του διεθνούς αερολιμένα “Καπετάν Βασίλης Κωνσταντακόπουλος”, στην αναβάθμιση των οδικών αξόνων “Καλαμάτα-Πύλος-Μεθώνη” και “Πύργος-Καλό Νερό-Τσακώνα”, καθώς και στη δημοπράτηση των αρδευτικών δικτύων του Φιλιατρινού φράγματος και στην κατασκευή του Μιναγιώτικου.
Αναφορικά με τη στάση της αντιπολίτευσης, ο κ. Μαντάς σημείωσε την πολιτική αδυναμία που αντιμετωπίζει συνολικά η αντιπολίτευση προκειμένου να απαντήσει στο απτό και συγκεκριμένο κυβερνητικό έργο, τονίζοντας ότι λένε ξερά ένα “όχι” σε όλα και αντιπροτείνουν τη δήθεν “προοδευτική διακυβέρνηση”, για την οποία όμως κανείς δεν έχει καταλάβει τελικά τι ακριβώς περιλαμβάνει».
Από την άλλη μεριά, ο βουλευτής σημείωσε τις κυβερνητικές προτεραιότητες όπως αποτυπώνονται στον φετινό προϋπολογισμό, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «αντιλαμβανόμαστε και τις δυσκολίες, και τις αγωνίες, και τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες που έχουν οι Έλληνες πολίτες μπροστά στο κύμα ακρίβειας που σαρώνει ολόκληρη την Ευρώπη». Σημείωσε επίσης ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει τις επιτυχημένες παρεμβάσεις της στην ενέργεια, το φυσικό αέριο και τα καύσιμα, καθώς και τη στήριξη των αγροτών και του πρωτογενή τομέα μέσα από τη μείωση φόρων και επιβαρύνσεων, καθώς και την ενίσχυση των εισοδημάτων μέσω της αύξησης του κατώτατου μισθού και της πρώτης μετά από χρόνια μόνιμης αύξησης στις συντάξεις.