Στην περαιτέρω θωράκιση των ελληνικών τραπεζών έναντι κρίσεων και στη διασφάλιση της απρόσκοπτης διενέργειας του έργου τους για τη χρηματοδότηση της Οικονομίας, αποσκοπεί το νομοσχέδιο για την ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο δύο ευρωπαϊκών κοινοτικών Οδηγιών που προωθείται προς ψήφιση στη Βουλή. Το νομοσχέδιο επικαιροποιεί τους κανόνες για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις των τραπεζών και τα κεφάλαια που απαιτούνται στην περίπτωση εξυγίανσης μιας τράπεζας ώστε να μην επιβαρυνθεί ο φορολογούμενος.
Επίσης, ενισχύεται η δύναμη των εθνικών εποπτικών αρχών, όπως της Τράπεζας της Ελλάδος, που θα μπορούν να αλλάζουν μέλη δ.σ. αν διαπιστώνεται παρέκκλιση των κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης, μπαίνει τέλος στις εξωχώριες εταιρείες καθώς κάθε οργανισμός στην Ελλάδα θα πρέπει να έχει μητρική εντός την Ε.Ε. και να εποπτεύται από τις ευρωπαϊκές αρχές, προσδιορίζεται ο υπολογισμός της κεφαλαιακής επάρκειας και των κεφαλαίων MREL των ελληνικών τραπεζών, όπου εμφανίζεται έλλειμμα 10 δισ., σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ κ. Γιάννη Στουρνάρα. Σημειώνεται ότι τα κεφάλαια MREL δεν εντάσσονται στα εποπτικά και οι τράπεζες μπορούν να τα καλύψουν σε βάθος χρόνου.
Ακόμη, εκσυγχρονίζεται το πλαίσιο για την εξυγίανση και την εκκαθάριση τραπεζικών ιδρυμάτων, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη και περιπτώσεις ως αποτέλεσμα του Brexit.
“Η Κυβέρνηση, συνδιαμορφώνοντας τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, προσαρμόζει την ελληνική νομοθεσία στα νέα δεδομένα. Στόχος μας είναι ένα ισχυρό τραπεζικό σύστημα, ικανό να υπηρετεί τον ρόλο του ως βασική υποδομή της σύγχρονης κοινωνίας, με τη χρηματοδότηση και στήριξη της πραγματικής οικονομίας”, αναφέρει ο αρμόδιος υφυπουργός Οικονομικών, κ. Γιώργος Ζαββός.
Οι δύο Οδηγίες εντάσσονται στο Ευρωπαϊκό Ενιαίο Εγχειρίδιο Κανόνων (Single Rulebook) το οποίο περιλαμβάνει όλους τους εναρμονισμένους κανόνες, όπως είναι τα θέματα της τραπεζικής επάρκειας, που αποτελούν την ελάχιστη προϋπόθεση για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων, αλλά και τους όρους με τους οποίους επιτρέπεται η διασυνοριακή εγκατάσταση και παροχή υπηρεσιών. Πρόκειται για τις οδηγίες για τις Κεφαλαιακές Απαιτήσεις και για την Ανάκαμψη και Εξυγίανση Πιστωτικών Ιδρυμάτων.
Κεφαλαιακές απαιτήσεις
Mε το νομοσχέδιο ορίζεται η διαδικασία με την οποία τα εποπτικά κεφάλαια, που οφείλει να διαθέτει κάθε τράπεζα, πρέπει να είναι επαρκή για να αντιμετωπίζει κινδύνους που μπορεί να προκύψουν από τις δικές της επενδυτικές επιλογές. Η τράπεζα οφείλει να έχει αυτά τα κεφάλαια ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται κυρίως σε περιόδους σημαντικών συστημικών κρίσεων.
Ο νέος Κανονισμός για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (CRR ΙΙ) εισάγει δύο νέες κατηγορίες πιστωτικών ιδρυμάτων: “μεγάλα ιδρύματα” και “μικρά και μη πολύπλοκα ιδρύματα”, ώστε να υπάρχει αναλογική εφαρμογή των κανόνων χωρίς να επιβαρύνεται υπερβολικά η δεύτερη κατηγορία.
Επίσης περιλαμβάνονται νέες ρυθμίσεις, τις οποίες υιοθετεί το νομοσχέδιο, το οποίο φέρνει προς ψήφιση η Κυβέρνηση. Ειδικότερα:
1) Οι χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και οι μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών εντάσσονται στην ενοποιημένη εποπτεία και συμπεριλαμβάνονται πλέον άμεσα στο πεδίο εφαρμογής του ευρωπαϊκού εποπτικού πλαισίου. Δηλαδή στην Ελλάδα εποπτεύονται άμεσα από την ΤτΕ.
2) Ρυθμίσεις εταιρικής διακυβέρνησης. Οι εποπτικές αρχές μπορούν να απομακρύνουν μέλη του ΔΣ που δεν έχουν επαρκείς γνώσεις, εμπειρία και καλή φήμη για την άσκηση των καθηκόντων τους, ιδίως όταν έχουν βάσιμες υποψίες για κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
3) Κανόνες για τις ενδιάμεσες μητρικές εταιρίες εγκατεστημένες στην ΕΕ: Για τους ομίλους τρίτων χωρών προβλέπεται η υποχρέωση σύστασης ενδιάμεσης μητρικής εταιρείας εγκατεστημένης στην ΕΕ. Σκοπός είναι η καλύτερη παρακολούθηση των δραστηριοτήτων κάθε ομίλου στην ΕΕ από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, αλλά και η διευκόλυνση της εφαρμογής του προτύπου TLAC για τη συνολική ικανότητα απορρόφησης ζημιών.
Η ενδιάμεση μητρική εταιρεία μπορεί να αδειοδοτηθεί ως πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών.
4) Κανόνες για την πολιτική αποδοχών. Συμπληρώνονται και βελτιώνονται οι προβλέψεις της CRD IV για τις πολιτικές και πρακτικές αποδοχών. Εισάγεται παρέκκλιση από την εφαρμογή των κανόνων για τα μικρά και λιγότερο πολύπλοκα ιδρύματα, δηλ. για μικρές εταιρίες με περιουσιακά στοιχεία ίσα ή μικρότερα των 5 δισ. ευρώ και για στελέχη των οποίων η αμοιβή δεν ξεπερνά τις 50.000 ευρώ. Σύμφωνα με το άρθρο 3 του σχεδίου νόμου, οι πολιτικές αποδοχών πρέπει να είναι ουδέτερες ως προς το φύλο, ενώ οι εθνικές αρχές μπορούν να εφαρμόσουν και αυστηρότερους κανόνες.
5) Κανόνες προληπτικής εποπτείας σχετικοί με τον Πυλώνα ΙΙ. Γίνεται πλέον ρητά ο διαχωρισμός εργαλείων για σκοπούς macro και micro προληπτικής εποπτείας.
6) Κανόνες αναφορών. Εισάγεται υποχρέωση των υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων τρίτων χωρών για αυξημένη υποβολή στοιχείων σχετικά με την δραστηριότητά τους.
7) Υποχρεώσεις συνεργασίας για σκοπούς Καταπολέμησης Ξεπλύματος Χρήματος και Χρηματοδότησης Τρομοκρατίας. Ενισχύεται η δέσμευση των αρμοδίων αρχών να συνεργάζονται και να συνεκτιμούν τον συγκεκριμένο κίνδυνο. Καθίσταται σαφές ότι οι κανόνες σχετικά με το επαγγελματικό απόρρητο και εμπιστευτικές πληροφορίες δεν θα εφαρμόζονται στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εμπλεκόμενων αρχών για τους σκοπούς AML/CFT (Anti-Money Laundering and Countering the Financing of Terrorism)
8) Κανόνες για τα εργαλεία μακροπροληπτικής εποπτείας (Μacro – Prudential Took Kit). Εισάγονται βελτιώσεις στις ρυθμίσεις των κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας συστημικού κινδύνου και εισάγεται νέα μέθοδος προσδιορισμού σημαντικών ιδρυμάτων.
9) Ανάκαμψη και εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων. Αυξάνεται η ανάγκη των τραπεζών να ενισχύσουν τα κεφάλαιά τους για την απευκταία περίπτωση που υπάρξει κρίση ή ανάγκη απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης, έτσι ώστε να μην υπάρξει λόγος προσφυγής σε κεφάλαια του Δημοσίου. Βασικός στόχος είναι η αναθεώρηση της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL, minimum requirement for own funds and eligible liabilities) και οι απαραίτητες προσαρμογές στο πλαίσιο για την ευθυγράμμισή του με το πρότυπο για τη συνολική ικανότητα απορρόφησης ζημιών (TLAC standard). Γι’ αυτό το λόγο εισάγονται, μεταξύ άλλων, οι έννοιες των οντοτήτων εξυγίανσης και ομίλων εξυγίανσης, το μέγιστο διανεμητέο ποσό που συνδέεται με την ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL), ο υπολογισμός του MREL, η πώληση επιλέξιμων υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης σε ιδιώτες πελάτες, νέοι κανόνες για ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις κ.ά.
10) Νέοι κανόνες στην οδηγία BRRD II. Τέλος, εισάγονται νέοι κανόνες στην οδηγία BRRD II που αφορούν σε αναστολές υποχρώσεων (μορατόρια). Δηλαδή προστίθεται ρύθμιση με βάση την οποία η αρχή εξυγίανσης αναστέλλει, για περιορισμένο χρονικό διάστημα (έως δύο εργάσιμες ημέρες), ορισμένες συμβατικές υποχρεώσεις των ιδρυμάτων και οντοτήτων, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό είναι αναγκαίο για να αποφευχθεί η περαιτέρω επιδείνωση της χρηματοοικονομικής κατάστασης του ιδρύματος ή της οντότητας. Η αρχή εξυγίανσης ασκεί την εξουσία αυτή με βάση την αρχή της αναλογικότητας.
Στο πλαίσιο αντιμετώπισης εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλων, η δυνατότητα εξυγίανσης επικεντρώνεται στην τήρηση του κατάλληλου επιπέδου MREL και οι αναφορές γίνονται πλέον στις οντότητες εξυγίανσης του ομίλου, δηλαδή σε επίπεδο ευρύτερο του μεμονωμένου ιδρύματος.
Εισάγονται τροποποιήσεις, προκειμένου η συμβατική αναγνώριση του bail-in να καταστεί πιο αποτελεσματική (εισήχθη ιδίως λόγω του Brexit).
Επιπλέον, εισάγονται τροποποιήσεις προκειμένου να διασφαλιστεί η συμβατική αναγνώριση των εξουσιών αναστολής της αρχής εξυγίανσης. Το άρθρο αυτό συμπληρώνει την αντίστοιχη διάταξη για τη συμβατική αναγνώριση του bail-in. Και οι δύο διατάξεις ως στόχο έχουν να διασφαλίζεται η επέλευση των αποτελεσμάτων της εξυγίανσης.